Τρίτη 26 Δεκεμβρίου 2017

Η απαρχή του χριστιανισμού

Τους δύο τελευταίους προ Χριστού αιώνες στο Ισραήλ αναπτύχθηκαν επαναστατικά εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα (Μακκαβαίοι, Ζηλωτές κ.α) ενάντια στην Ελληνιστική πριν και την Ρωμαϊκή από το 64 π.Χ. κυριαρχία και τη ντόπια άρχουσα τάξη, κυρίως του δεσποτικού και διεφθαρμένου Ιουδαϊκού ιερατείου του κυβερνούσε τον τόπο. Αυτά ακολουθήθηκαν και από κινήσεις αναθεώρησης της ήδη παρωχημένης και καταπιεστικής Ιουδαϊκής θρησκείας. Είχαν υπάρξει επιρροές ελληνιστικές, νεοπλατωνικές, στωικισμός, μιθραϊσμός, και άνθιζαν οι πνευματιστικές μυστηριακές λατρείες. Ένας σημαντικός φορέας αυτού του αναθεωρητικού για τον Ιουδαϊσμό κινήματος ήταν οι Εσσαίοι, που πρέσβευαν μια πιο "καθαρή", πνευματική, αλληλέγγυα ανθρωπιστική, νέα εκδοχή του Νόμου.

 Η κατάσταση του υπόδουλου στους Ρωμαίους αλλά και στο ντόπιο ιερατείο λαού του Ισραήλ ήταν τραγική , απελπιστική κατά τα χρόνια γύρω από τη χρονολογία μηδέν, δεν έπαιρνε άλλο, και η ιδέα ότι ένας Μεσσίας άμεσα θα τους έβγαζε από αυτήν ήταν ψύχωση ισχυρή και πολύ εξαπλωμένη. Ο Μεσσιανισμός. Σε άλλους (στους εθνικιστές Εβραίους) ο Μεσσίας θα έρχονταν σαν επαναστάτης απελευθερωτής βασιλιάς και σε άλλους (στους θρησκευτικούς ανανεωτές) σαν απεσταλμένος του θεού τους για να διορθώσει τον κόσμο και να φέρει δικαιοσύνη και τη "βασιλεία των ουρανών". Οι δύο τάσεις μπλέχτηκαν στις εξεγέρσεις του 66-70 (Ιουδαϊκός πόλεμος) που καταπνίγηκαν από τους Ρωμαίους και άφησαν ένα τελειωτικά κατεστραμμένο Ισραήλ και τους τελευταίους Εβραίους διωγμένους και αυτούς στη διασπορά.

Στις πόλεις της διασποράς υπέβοσκαν και κάποτε ξεσπούσαν εξεγέρσεις δούλων και φτωχών, θυμάτων της στυγνής ρωμαϊκής διοίκησης. Υπήρχε ένα προλεταριάτο στο οποίο είχαν αναπτυχθεί ιδέες και σχέσεις αλληλεγγύης, ένας πρωτο-χριστιανισμός χωρίς το όνομα.
Από τις δύο εκδοχές του Μεσσιανισμού οι περισσότεροι Εβραίοι της διασποράς επέλεξαν την "Εσσαιική", της θρησκευτικής αναθεώρησης, με Γνωστικές επιρροές και φιλάνθρωπη ιδεολογία, που ως ειρηνική, τους διευκόλυνε στη συνύπαρξή τους με τους πολίτες της αυτοκρατορίας και με τη ρωμαϊκή διοίκηση, με την οποία υπήρχε συνεννόηση και συνεργασία (Φίλων, Ιώσηπος κ.ά). Την εθνικιστική Εβραϊκή εκδοχή την απεχθάνονταν οι Ρωμαίοι λόγω των πολεμικών επαναστατικών συρράξεων στις οποίες τους ενέπλεκε και λόγω των ενοχλητικών ακραιφνών Ιουδαιοεβραίων της διασποράς. Έτσι ξεκίνησε μια καχύποπτη αντιπάθεια προς τους Εβραίους που επέμεναν στη διαφύλαξη και διατήρηση του απομονωτικού τρόπου ζωής του Ιουδαιεβραισμού τους, και αυτοί μόνον απόμειναν να είναι "οι Εβραίοι".

Από την άλλη μεριά η Ρωμαϊκή κρατική μυστική ιντελιγκέντσια (κατά τη δυναστεία των Φλάβιων) υπέθαλψε τη συγγραφή, διδασκαλία και εξάπλωση της ειρηνικής "Εσσαιικής" νέο-Ιουδαϊκής εκδοχής (της αγάπης προς τον πλησίον κτλ) που την βόλευε διοικητικά. Και, συνδυάζοντας τα ειρηνικά στοιχεία εκ του Ιουδαϊκού Μεσσιανισμού των προφητειών (κεχρισμένος, Χριστός) με θεϊκούς ήρωες αυτοθυσίας για τον άνθρωπο από προϋπάρχουσες θρησκείες/λατρείες (Διόνυσος, Όσιρις, Μίθρα κ.α ) έστησε τον Ιουδαιοχριστιανικό μύθο. Τα Ευαγγέλια. Τοποθετώντας κεντρικό ήρωά του έναν Ιησού, που ή τον δανείστηκε από ένα χωρίς ιστορική εμβέλεια φυσικό πρόσωπο της Γαλιλαίας, έναν Εσσαίο θρησκευτικό αναθεωρητή, ή τον επινόησε. Και τον έκανε Μύθο φορτώνοντας το αφήγημά του με τις υπερφυσικότητες της παρθενογένεσης, των θαυμάτων, της ανάστασης κλπ για να περιβάλλουν εντυπωσιακά και να στηρίζουν με μεταφυσική πίστη την φιλάνθρωπη διδασκαλία της αγάπης, χρήσιμη για την κοινωνική συνοχή και τάξη.

Και έτσι ξεκινάει ο Ιουδαιοχριστιανισμός και οι Ιουδαιοχριστιανοί. Σαν αναθεωρητικό ειρηνικό παρακλάδι του Ιουδαϊσμού, προσαρμοσμένο στα δεδομένα του κοινωνικού γίγνεσθαι στα κέντρα της διασποράς. Στο ξεκίνημά του όλοι οι Ιουδαιοχριστανοί είναι Εβραίοι. Και η πρόθεση είναι ότι πρόκειται για εσωτερική τους υπόθεση. (Φέρεται να το λέει και ο Ιησούς των Ευαγγελίων). Ο Παύλος όμως, Εβραίος του οποίου η σχέση με τη Ρωμαϊκή διοίκηση έχει πολλά κρυφά σημεία, θεωρεί ότι οι Εβραίοι δεν θα πάψουν να είναι Ιουδαίοι, ότι οι λίγοι Ιουδαιοχριστιανοί του Ισραήλ θα αποσβεσθούν πίσω στον Ιουδαϊσμό, ενώ οι παγανιστές της αυτοκρατορίας είναι πολύ πιο επιρρεπείς σε έναν κοινωνικό νεοπαγανισμό με θαύματα και αναστάσεις. Και στρατεύεται στη διάδοσή του στους μη περιτετμημένους. Αυτούς τους εγκαταλείπουμε, τους εχθρευόμαστε και τους στοχοποιούμε. Η ρήξη αρχίζει.

Οι Εβραίοι Ιουδαιοχριστιανοί σιγά-σιγά  γίνονται Χριστιανοί, ρωμαίοι πολίτες. Η Εβραίικη καταγωγή ξεχνιέται. Πολλοί από τους πρώτους Επισκόπους είναι Εβραϊκής καταγωγής που δεν αναφέρεται. Ανακατεύονται με τους Εθνικούς Χριστιανούς, που στην αρχή είναι οι φτωχοί και καταφρονεμένοι οι οποίοι προσέρχονται σε ένα κίνημα κοινωνικής δικαιοσύνης αλλά και που ανταποκρίνεται με το παραπάνω στην ανιμιστική τους νοοτροπία. Ο Χριστιανισμός γίνεται πολυεθνικός, σκορπίζει στην αυτοκρατορία. Ήσυχα. Ο Παύλος έχει προάγει την υποταγή στην κοσμική εξουσία. Αυτό το βλέπουν οι αυτοκράτορες με καλό μάτι. Στο τέλος έρχεται ο Κωνσταντίνος και φέρνει τα πάνω κάτω. Το τέλος του Αρχαίου Κόσμου. Η αρχή του Μεσαίωνα.


Οι ανθρώπινες ομάδες συνήθως αναγορεύουν μιαν άλλη σε μέγα εχθρό γιατί αυτό βοηθάει στη συσπείρωσή τους. Ο χριστιανισμός έστησε δύο εχθρούς. Τους Εβραίους και τους Έλληνες. Και τους ρήμαξε και τους δύο. 

Κυριακή 10 Δεκεμβρίου 2017

Ο πνευματικός κόσμος.
Μια αντι-Πλατωνική, αντι-θρησκευτική προσέγγιση.

Πλάι στον υλικά υπαρκτό εξωτερικό κόσμο υπάρχει κι ένας άλλος κόσμος – προϊόν της νόησής μας – ο κόσμος των ιδεών μας, που είναι  κι αυτός υλικός στη σύσταση και λειτουργία του αλλά που τον αντιλαμβανόμαστε και διαχειριζόμαστε ως άυλο. Αυτός ο άυλος κόσμος των ιδεών δεν μπορεί να υπάρξει  παρά μόνο σαν προϊόν ενός νοήμονος εγκεφάλου και των φυσικοχημικών του διεργασιών. Δεν μπορεί να υπάρξει από μόνος του, σ’ ένα ιδεατό κάπου, ανεξάρτητα από τους υλικούς φορείς του, εμάς. Κάτι τέτοιο θα ήταν εκτός της φυσικής πραγματικότητας. Αυτός ο άυλος κόσμος των ιδεών είναι εξ ίσου πραγματικός, φυσικά υπαρκτός, όσο κι φυσικός κόσμος – άλλωστε μέρος του είναι – αφού, μέσω ημών, επηρεάζει κι αναδιαμορφώνει τον φυσικό κόσμο. Ιδέες διαμορφώνουν αυτό που είμαστε, ιδέες μας ανεβάζουν την πίεση και την αδρεναλίνη, ιδέες φτιάχνουν την ιστορία. Ο κόσμος των ιδεών είναι μέρος του φυσικού κόσμου, μια εξύφανσή του, που προέκυψε μέσα από την εξέλιξη της νόησης, δηλαδή μέσα από την εξέλιξη των εγκεφαλικών διαδικασιών. Το λάθος έγκειται στο να τον θεωρούμε αυθύπαρκτο· κι ότι υπάρχει πνεύμα ανεξάρτητο και χωρισμένο από την ύλη. Το πνεύμα υπάρχει σαν διατάξεις, σαν σχέδια της πολυπλοκότητας των δομών που αποκτά η ύλη. Έτσι το πνεύμα είναι αποτέλεσμα των ιδιοτήτων των στοιχειωδών μορφών ύλης. Οι ιδιότητες αυτές στήνουν διατάξεις ύλης, που η εξέλιξη καθιστά όλο και πιο σύνθετες, εξελίσσοντας μια γεωμετρία δομών και πολυπλοκότητας που φθάνει μέχρι συστήματα που σκέπτονται και που παράγουν "πνεύμα".

Μία ακόμα πτυχή του μύθου περί ξεχωριστού και άυλου πνευματικού κόσμου υπήρξε αυτή περί της ΨΥΧΗΣ. Η ιστορία των θρησκειών ξεκίνησε με την πίστη ότι  όλα όσα συμβαίνουν οφείλονται στη βούληση εμπρόθετων φορέων, με ψυχή. Και θα τελειώσει με το να είναι όλα συστατικά μέρη διαδικασιών που υπακούουν στους φυσικούς νόμους. Πρόκειται για μια συνεχή υποχώρηση και εξάλειψη της ψυχής. Όμως η ψυχή υπάρχει· και ευτυχώς που υπάρχει. Αλλά δεν είναι μια αόρατη, άυλη πεταλούδα, που με τον θάνατο του υλικού σώματος πετά ψηλά προς το μεταθανάτιο μύθο, ευτυχή ή ατυχή, που προβάλλουν οι θρησκείες. Αυτά είναι παραμυθοειδείς συμβολισμοί τής με φυσική υπόσταση υπαρκτής ψυχής. Ας την ορίσουμε όπως είναι λογικό να την αντιλαμβανόμαστε σήμερα: Ψυχή ενός ανθρώπου είναι η εκπομπή του ψυχικού του κόσμου προς τους άλλους. Είναι ο χαρακτήρας της συμπεριφοράς του, η ηθική του, το έργο του, το παράδειγμά του. Είναι όλα όσα οι άλλοι αντιλαμβάνονται από αυτόν. Είναι η "ακτινοβολία" του· κάτι σαν το φωτοστέφανο των αγίων στη χριστιανική αγιογραφία. Και υπό αυτή την έννοια είναι η ανάμνηση που μένει στο νου των ανθρώπων, κοντινών ή και μακρινών, ανάλογα με την ισχύ της, από τη ζωή και το έργο του κάθε εκλιπόντος. Και βέβαια η ανάμνηση έχει μια απόλυτα φυσική αποτύπωση στους νευρώνες του εγκεφάλου μας, στα χαρτιά και τα βιβλία, στις ηλεκτρονικές μνήμες. Αυτή τελικά είναι η ψυχή του καθενός. Η καταγεγραμμένη – όσο άξιζε να καταγραφεί – στις κάθε λογής μνήμες μας. Και αυτή η ανάμνηση είναι πηγή αισθημάτων. Ανάλογα με τη σχέση και ανάλογα με το περιεχόμενό της. Η ανάμνηση μονάκριβου συντρόφου· η ανάμνηση του Επίκουρου ή του Αϊνστάιν. Η ψυχή τους, έτσι που την ορίσαμε έχει όντως μια μεταθανάτια ζωή! Ζει στους εγκεφάλους μας. Στους εγκεφάλους μας· όχι σε κανένα "υπερπέραν". Και δεν είναι αναγκαίο να μεταφέρει κάποιος τον εγκέφαλό του δίπλα σε έναν τάφο για να επικοινωνήσει με τις αναμνήσεις του.

Τρίτη 28 Νοεμβρίου 2017

Η επίγνωση

Δεν θα επαναλάβουμε εδώ τα μύρια όσα για τα οποία κατηγορούμε τις εφαρμοσμένες θρησκείες γενικά. Είναι χιλιοειπωμένα. Και τεκμηριώνουν την ενοχή των εκκλησιών στο να κρατούν με την παραμυθία τους τον κόσμο ΕΠΑΝΑΠΑΥΜΕΝΟ στο "θέλημα Θεού" και μακριά από το να σκεφθεί και να αντιμετωπίσει κριτικά και υπεύθυνα τη γνωστική διευθέτηση της πορείας του. Όμως στις μέρες μας πια τα πράγματα αλλάζουν, μ’ ένα τρόπο "αποκαλυπτικό", γίνονται οριακά. Βρισκόμαστε σε ένα μεταβατικό χαοτικό πολιτισμικό κενό που οφείλουμε χωρίς μεταφυσικές αυταπάτες να υπερβούμε. Παραθέτουμε ένα απόσπασμα από το βιβλίο "Φυσιοκράτης ή Δεισιδαίμων":

“Η ανθρωπότητα, στο μεγαλύτερο μέρος της, από το δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα και προχωρώντας στον εικοστό πρώτο, αλλάζει γρήγορα τον συλλογικό της ψυχισμό. Από το παλιό ανεπίγνωστο των θρησκειών, των μυθοποιημένων ιδεολογιών και γενικά των μύθων που κυριαρχούσαν στη ζωή μας – με όση ψευδαίσθηση ευτυχίας μπορούσαν αυτά κατά περίπτωση να παρέχουν – περνά στη γνωστική συνειδητοποίηση της φυσικής υφής του κόσμου μας και της "πεζής" οικονομικο/κοινωνικο/πολιτικής μας πραγματικότητας. Αποκαρδίωση είναι το βίωμα που αποδίδει την πρώτη μας αντίδραση σε αυτή τη "προσγείωση". Ωστόσο, συμβαίνει το δικαιούμενο να συμβεί. Η αύξηση της ΕΠΙΓΝΩΣΗΣ είναι αναπόδραστη εξέλιξη. Η γνώση κερδίζει. Η ανθρωπότητα δεν έχει άλλη επιλογή για να βαδίσει στο μέλλον από τη γνώση. Τελεία. Είτε μας αρέσει είτε όχι πρέπει να δεχτούμε ότι η ΑΠΟΔΟΧΗ ΤΗΣ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ, ως κριτήριο των θέσεων και της συμπεριφοράς μας, αποτελεί όχι μόνο όρο επιβίωσης στον σημερινό κόσμο και σ’ αυτόν που επέρχεται, αλλά και την έντιμη και δίκαιη φιλοσοφική τοποθέτηση απέναντι στην πραγματικότητα. Εναπόκειται στον πολιτισμό μας να δείξει και προβάλει τα νοήματα και τα ψυχικά κίνητρα για μια ζωή μέσα στην αλήθεια. Για να ξεκολλήσουμε κάποτε οριστικά από τις αυταπάτες και να βρει η ανθρωπότητα τα βήματά της· και να μην παραπαίει.
Η ανθρώπινη συνύπαρξη πρέπει να βρει και να αξιοποιήσει ψυχικά κίνητρα που να ξεπερνούν τον εκ της αυτογνωσίας αρχικό πεσιμισμό, φέρνοντας στο προσκήνιο νέα συναρπαστικά ενδιαφέροντα για μια ζωή ΜΕ ΑΛΗΘΕΙΑ. Χωρίς ανεπίγνωστους μύθους. (Οι μύθοι στην τέχνη, την εκπαίδευση, την ψυχαγωγία είναι ενσυνείδητοι, δεν είναι ανεπίγνωστοι δηλαδή χωρίς συνειδητοποίηση ότι είναι μύθοι). Είναι ένας πολύ δύσκολος στόχος. Απογυμνωμένη η ανθρωπότητα από τις πολλές και ισχυρές αυταπάτες, με τις οποίες τράφηκε κι αφιονίστηκε κατά τις χιλιετηρίδες της ιστορίας του "πολιτισμού" της, πρέπει να βρει το κουράγιο να αντικρύσει κατάματα την πραγματικότητα της κατάστασης του ΕΙΔΟΥΣ μας πάνω στον πλανήτη. Και πρώτο και σημαντικότερο να συνειδητοποιήσει ότι είμαστε ένα "είδος", και όχι κάτι - με άνωθεν ευλογία - "ανώτερο". Να απαλλαγούμε επιτέλους από αυτή την ΑΠΟΠΛΑΝΗΣΗ. Είμαστε ένα ζωικό είδος· που η εξελικτική συγκυρία τού έδωσε αυτά που αποκαλούμε συνείδηση. Και αυτή εξελίχτηκε πολιτισμικά ως εδώ που βρισκόμαστε. Στο - λόγω της συνείδησης – κάτι "ανώτερο". Με χίλιες παρερμηνείες και αυταπάτες στην πορεία. Που τώρα ξεφτίζουν· καθώς η γνώση της πραγματικότητας, της ισχύουσας κι όχι της ηθελημένα φανταστικής, εξαπλώνεται, με προπομπό την επιστήμη. Δεν είμαστε "εξ ουρανού", δεν είμαστε τα καλά ή κακά παιδιά ενός Θεού, είμαστε σαν τα κατσίκια ή τις μαϊμούδες· μόνο που η εξέλιξή μας έτυχε να μπει σε μια ιδιάζουσα πορεία, που μας δίνει το φοβερό προνόμιο να την ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΟΥΜΕ. Αυτό αποτελεί μοναδικότητα. Αλλά και βάρος ασήκωτο. Δεν γίνεται να πάει άλλο όπως πήγαινε μέχρι τώρα. ΑΝΗΞΕΡΑ. Έχουμε υπερβολική δύναμη. Άρα επωμιζόμαστε μεγάλη ευθύνη. Έναντι του πλανήτη. Αλλά και έναντι του ότι θα ‘ναι ΚΡΙΜΑ με τόση γνώση που συγκεντρώνουμε να απομείνουμε βλάκες. Και να χαθούμε. Γιατί πολλά από αυτά που κάνουμε μας οδηγούν στο να χαθούμε”.


Πρέπει να γίνουμε ΝΕΟΙ άνθρωποι, με μια νέα ηθική, μια μετα-μυθική, μετα-θρησκευτική ΗΘΙΚΗ, βασισμένη στη γνώση κι όχι σε μύθους που δεν χρειάζονται πια. Αρκεί ο σκοπός της: για την ΚΑΛΎΤΕΡΗ ΣΥΝΎΠΑΡΞΉ μας. Με έμφαση και στα δύο. 

Δευτέρα 20 Νοεμβρίου 2017

Η εξιλέωση της πίστης
Ο προσηλυτισμός στο μυθικό αφήγημα της θρησκείας, εκτός από την ειδική δικιά του παραμόρφωση που επιφέρει στην κοσμοαντίληψη του ατόμου που γίνεται "φορέας", έχει και μια γενικότερη και άκρως καταστρεπτική παρενέργεια.
ΕΞΙΛΕΩΝΕΙ και νομιμοποιεί την πίστη γενικώς, σαν τρόπο σκέψης, σαν κριτήριο συμπεριφοράς. Αφού η πίστη στο "θείο" είναι αναγνωρισμένη ως κάτι καλό και σεβαστό, αφού επικροτείται η πίστη σε αγγέλους και λείψανα και θαύματα, γιατί να μην πιστεύουν οι άνθρωποι και την οποιαδήποτε φανταστική δεισιδαιμονία ή απιθανότητα τους καθίσει; Χωρίς κριτική σκέψη, έλεγχο, απόδειξη. Ποια η διαφορά;
Έτσι, ο προσηλυτισμός και η συγκράτηση των πιστών στη θρησκεία ΔΙΑΦΘΕΙΡΕΙ ολόκληρο τον τρόπο και μηχανισμό σκέψης τους, ο ορθολογισμός και η αντικειμενικότητα πνίγονται σε αποδοχές απιθανοτήτων που χαϊδεύουν αδυναμίες. Ο άνθρωπος γίνεται επιρρεπές έρμαιο αποπλανήσεων κάθε είδους. Από τα πιο ασήμαντα κι απαρατήρητα μέχρι σοβαρές και επικίνδυνες οπαδοποιήσεις και φανατισμούς. Αφού πιστεύει σε ένα σεβαστό ανύπαρκτο ως αληθινό γιατί να αμφισβητεί άλλα παράλογα, λιγότερο απίθανα; Η κατασκευασμένη από τα ιερατεία αίγλη του θρησκευτικού μύθου ΔΙΑΧΕΕΙ την πίστη στην ανθρώπινη ψυχολογία γενικά, την ευπιστία σε οτιδήποτε. Γαλουχεί πρόβατα.
Έτσι, να είστε βέβαιοι πως μια δειγματοληπτική καταγραφή του σκέπτεσθαι μιας μεγάλης κι αντιπροσωπευτικής μερίδας ατόμων μιας κοινωνίας για ένα χρονικό διάστημα, αν ήταν δυνατόν να γίνει, θα αποκάλυπτε ένα απίστευτα υψηλό ποσοστό εξωπραγματικών διαλογισμών βασισμένων σε πίστη σε ανυπόστατα πράγματα, σαν να ήταν αντικειμενικά δεδομένα. Πίστη περισσότερη από τη γνώση. Με ότι, αρνητικό έως επικίνδυνο, μπορεί να σημαίνει αυτό…

Τρίτη 7 Νοεμβρίου 2017

Η ψυχοσυναισθηματική καθήλωση των θεοσεβών.

Οι πιο πολλοί πιστοί σήμερα ερμηνεύουν χαλαρά τους κανόνες της θρησκείας τους γιατί μια κατά γράμμα εφαρμογή τους προφανώς δεν θα τους επέτρεπε να ζουν αρμονικά μέσα στον σύγχρονο κόσμο. Γίνονται δηλαδή σε κάποιο βαθμό ΑΠΙΣΤΟΙ, παραμένοντας όμως και σε κάποιο βαθμό πιστοί. Από ΒΌΛΕΜΑ. Από αποφυγή ή συνειδητή παραμέληση να αναθεωρήσουν και να επανατακτοποιήσουν τις πεποιθήσεις τους με βάση τη γνώση του κόσμου που έχουν αποκτήσει. ΑΠΙΣΤΟΎΝ άρα και προς τις γνώσεις τους και προς την πίστη τους. Είναι ανειλικρινείς προς εαυτούς και υποκριτές προς τους άλλους. Πρόκειται για μια ανέντιμη υπεκφυγή. Κάπου στη μέση, προδίδουν εξ ίσου τη λογική τους και την πίστη τους. Παρά το ότι ΓΝΩΡΊΖΟΥΝ ότι η πραγματικότητα δεν περιλαμβάνει μη φυσικές  αλληλεπιδράσεις ούτε εμφανίζει υπερφυσικές παρεμβολές στη ΦΥΣΙΚΉ λειτουργία του κόσμου, επιμένουν να διατηρούν αναμμένο ένα καντηλάκι κρυφής κι ανομολόγητης πίστης ότι μπορεί και να μην είναι απόλυτα έτσι, και ότι μπορεί κάποια "ανώτερη δύναμη" - ανώτερη της φυσικής πραγματικότητας - να υπάρχει και να είναι και επικοινωνήσιμη. Με όποια ελπίδα μπορεί να συνεπάγεται αυτό. Γιατί το κάνουν;

Την καλύτερη, την τιμιότερη περίπτωση, την αποδίδει ένας όρος όχι αντίστοιχα γνωστός προς το αληθινά μέγα πλήθος των πιστών που την εκφράζουν: Ο φιντεϊσμός. Αφορά την πίστη σε κάτι με την ειλικρινή παραδοχή ότι αυτή οφείλεται σε συναισθηματικές ανάγκες  και όχι σε αντικειμενική τεκμηρίωση. Οι φιντεϊστές δεν πιστεύουν ότι υπάρχουν επιχειρήματα που να αποδεικνύουν την ύπαρξη του όποιου θεού τους. Πιστεύουν απλώς γιατί "έτσι τους αρέσει". Γιατί "τους κάνει καλό". Δηλώνουν δηλαδή ότι πρόκειται για μια ΕΜΜΟΝΉ για ψυχοσυναισθηματική τους χρήση, όχι γιατί μπορούν να την υποστηρίξουν αντικειμενικά. Το ξεκαθάρισμα αυτό τους απελευθερώνει από το βάσανο της κόντρας μεταξύ πίστης και λογικής.

Οι υπόλοιποι όμως έχουν να αντιμετωπίσουν την εσωτερική αντίφαση που τους προξενεί, καθώς μεγαλώνουν και μορφώνονται, η συνειδητοποίηση της ανεπάρκειας επιχειρημάτων για στήριξη της βαθειά ριζωμένης από τα μικράτα τους πίστης. Η επιστήμη της Ψυχιατρικής και η Ψυχολογία, Κλινική και Κοινωνική, περιγράφουν/αναλύουν τη θρησκευτική πίστη, όταν διατηρείται στον σύγχρονο πληροφορημένο άνθρωπο, σαν μια ψυχοσυναισθηματική εξελικτική καθήλωση, μία νεύρωση. Αυτή συνίσταται σε ισχυρές εμμονικές πεποιθήσεις, ψυχαναγκαστικού τύπου και μαγικής αιτιότητας, διαμορφωμένες κατά την παιδική προ-λογική ηλικία από τις διδαχές των μεγάλων που σχετίζονται με τον φόβο, το διαχωρισμό του καλού από το κακό, του αποδεκτού από το κολάσιμο. Και σε μύθους για τους φανταστικούς ήρωες που συνδέονται και δρουν σ’ αυτές τις καταστάσεις. Με επικεφαλής τους τον Θεό. Ως τον παντοδύναμο προστάτη και εκπρόσωπο του καλού· σύμβουλο, αλλά και ελεγκτή και δικαστή για την εφαρμογή του.

Αρκετά σπάνια αυτές οι πεποιθήσεις διαλύονται μαλακά και ασυναίσθητα από την, υπό  ευνοϊκές συνθήκες μάθησης, βαθμιαία επικράτηση της λογικής και της γνώσης κατά τα στάδια της ενηλικίωσης. Τότε το άτομο δεν δυσκολεύεται να διορθώσει τις παλιές πεποιθήσεις του σύμφωνα με την αποκτούμενη γνώση. Συνηθέστερα αυτή η μεταστροφή επέρχεται με δυσκολίες και μετά από εσωτερικές συγκρούσεις που προκαλεί η γνωστική ασυμφωνία των παλιών πεποιθήσεων με νέα δεδομένα που διαφοροποιούν την αντίληψη του ατόμου. Πολλές φορές όμως η μεταστροφή δεν συντελείται καν· είτε επειδή οι συνθήκες μάθησης δεν την ευνόησαν ειδικά είτε επειδή οι εμμονικές πεποιθήσεις είναι "βαθειά ριζωμένες". Τότε η γνώση που τις αντιστρατεύεται φέρνει ψυχολογικό πρόβλημα· μια δύσκολη συναισθηματική και νοητική κατάσταση εσωτερικών συγκρούσεων που ονομάζεται "γνωστική ασυμφωνία". Κι επειδή δεν γίνεται να απορριφθεί η γνώση – ιδίως από τους επαγγελματίες της – γίνεται ένας περίεργος συμβιβασμός, μια εκεχειρία αορίστου χρόνου, ανάμεσα στο βαθύ Εγώ και στη Γνώση. Που συνίσταται στο να κάνουν πως αγνοούν την αντίθεσή τους και πως "συνυπάρχουν" αρμονικά. Ο επιστήμονας-πιστός λοιπόν χρησιμοποιεί λογικά τη γνώση αλλά ΔΕΝ ΤΗΝ ΕΙΣΑΓΕΙ στο βαθύτερο Εγώ του. Ακόμα κι αν  ο ίδιος νομίζει ότι η γνώση τον έχει αναμορφώσει, εκείνες οι παλιές πεποιθήσεις υποσυνείδητα και ασυνείδητα επηρεάζουν τη μνήμη, τις σκέψεις, την κρίση του, τη συμπεριφορά του.

Στους μη επιστήμονες και σε αυτούς που δεν νοιώθουν κάποιο καταλυτικό σεβασμό προς τη γνώση η έλευση νέας γνώσης που δείχνει να διαψεύδει την πίστη τους προκαλεί μια ισχυρή αυθόρμητη αντίδραση εχθρικά απορριπτική προς αυτή τη γνώση και μια συσπείρωση εμμονής και ισχυροποίησης  της δοξασίας τους σε πείσμα κάθε λογικής. Ο κίνδυνος της διάψευσης και τής, κατά συνέπεια, ανάγκης αλλαγής σκεπτικού και συμπεριφοράς τους, προκαλεί τόσο μεγάλη δυσφορία ώστε διεγείρεται ένας αμυντικός μηχανισμός που παραγνωρίζει τη λογική προκειμένου να ενισχύσει και έτσι να διατηρήσει απείραχτο το σύνολο των δοξασιών τους. Θυμώνουν. Το Εγώ τους δεν αντέχει την απαίτηση της μάθησης για αποδοχή της πραγματικότητας και αντίστοιχη προσαρμογή, και για να μετριάσει το άγχος και την ένταση της πρόκλησης, κινητοποιεί αυτόματα και ασυνείδητα άμυνες διατήρησης του κατεστημένου του, του βολέματός του. Κλείνεται σ’ αυτό, αρνείται να δει,  να ακούσει, να διαλεχτεί, να καταλάβει. Και αυτό οδηγεί στην υιοθέτηση  μιας στάσης που αντιμετωπίζει την επιστήμη σαν ένα "επίγειο" μηχανιστικό εργαλείο αντίληψης, μέτρησης, μελέτης και εκμετάλλευσης του φυσικού κόσμου· κι ως εκεί· θεωρώντας ωστόσο ότι η επιστήμη και οι μέθοδοί της, όσο κι αν εξελιχθούν δεν θα είναι ποτέ ικανές και αρμόδιες να ανταποκριθούν στις πνευματικές/ψυχικές αναζητήσεις και ανάγκες του ανθρώπου. Αυτό το σιγοντάρει επίμονα η εκκλησία για να διατηρεί τους αιχμαλώτους της υπό έλεγχο.

Χρειάζεται να αναπτύξει η επιστήμη της Ψυχολογίας ένα πεδίο μελέτης και εφαρμογής για ζητήματα ανάρρωσης από τη θρησκεία και την πίστη.

Τρίτη 24 Οκτωβρίου 2017

Απέναντι στη θρησκεία.  Ανακεφαλαίωση.

1. Η αιτία και αρχή των θρησκειών:
Η πίστη σε φανταστικές οντότητες ακολούθησε την εξέλιξη της νόησης των πρωτόγονων ανθρώπων. Ο φόβος, οι ανεκπλήρωτες ανάγκες τους και η ανημπόρια να κατανοήσουν "επιστημονικά" τα συμβαίνοντα στους ίδιους και γύρω τους τούς εξωθούσε σε επινόηση μαγικών οντοτήτων και τρόπων με τους οποίους έλπιζαν/πίστευαν ότι θα παρακάμπτουν την ανελέητη φυσική πραγματικότητα. Την μαγεία την ακολούθησε ή πρωτόγονη ανιμιστική θρησκεία και μετά, καθώς σχηματίζονταν οι κρατικές δομές, η πρωτόγονη θρησκεία εξελίχθηκε σε οργανωμένη από τη σύμπραξη των επαγγελματικών ιερατείων με τους κοσμικούς ηγεμόνες για να χαλιναγωγούν κι ελέγχουν τους λαούς τους. Έτσι είναι απολύτως φανερό ότι οι θρησκείες, και το κατά την εξέλιξή τους αντικείμενό τους - οι παλιές θεότητες και στη συνέχεια ο μονοθεϊστικός Θεός  - είναι ΚΑΤ’ ΑΡΧΗΝ απλώς ανθρώπινες επινοήσεις.

2. Σήμερα πια το ζήτημα που μπαίνει είναι:
- αν στην ανθρώπινη επινόηση του Θεού μπορεί να αντιστοιχεί μία αντικειμενικά υπαρκτή ΕΜΠΡΟΘΕΤΗ υπερκόσμια οντότητα, που είναι ο Δημιουργός του κόσμου, που προϋπήρχε της δημιουργίας του, και που δεν είναι μέρος του κόσμου, για να τον κατανοήσουμε με την διαθέσιμη ανθρώπινη λογική,
- ή εάν πρόκειται μια ΦΥΣΙΚΗ εξήγηση της αιτίας και αρχής του κόσμου να μας δείξει κάποτε ότι αυτή η ανθρώπινη επινόηση ήταν απλώς μια ιδέα χωρίς υπαρκτό αντίκρισμα.
Η ένθρησκη πλευρά ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΠΙΣΤΕΥΕΙ, αξιωματικά και χωρίς τεκμηρίωση, ότι έχει δίκιο. Η άθρησκη πλευρά έχει την ΠΕΠΟΙΘΗΣΗ ότι το σύμπαν εμπεριέχει την φυσική του εξήγηση χωρίς την ανάγκη εξωκοσμικού χειριστή. Είναι λοιπόν ένα ανοιχτό ζήτημα, η συζήτηση καλά κρατεί, και καλά κάνει. Οι άθρησκοι δεν ενδιαφέρονται να "αποδείξουν" κάτι που δεν μπορούν να γνωρίζουν. Δεν είναι γι αυτό ο "καυγάς".

3. Ο καυγάς είναι για την ΕΜΠΡΟΘΕΤΗ ΕΞΑΠΑΤΗΣΗ
που κάνουν οι επαγγελματίες υπερασπιστές της θρησκείας: Επειδή η αιτία και αρχή του κόσμου (αν υπάρχουν) είναι ένα ανοιχτό κοσμολογικό ζήτημα, σεβαστό, το οποίο "παίζεται" μεταξύ μιας κοσμικής εξήγησης και μιας υπερκόσμιας εμπρόθετης οντότητας που αποκαλείται Θεός, βρίσκουν πάτημα για να εισάγουν μια τεράστια ταχυδακτυλουργική απάτη και λένε στα "ποίμνια" ότι αυτός, ο κοσμολογικά απόμακρος κι ελπιζόμενος θεός είναι Ο ΙΔΙΟΣ με τον επινοημένο στις θρησκείες των ιερατείων. Που είναι, στην ανθρωπινότερη έκδοσή του, ο πανάγαθος, παντοδύναμος και φιλεύσπλαχνος πατέρας Θεός-Δημιουργός, που όμως δεν γίνεται πιστευτός, γιατί αυτοαναιρείται αν λίγο κοιτάξει κανείς τον άσπλαχνο κόσμο που υποτίθεται ότι έφτιαξε κι επιβλέπει. Στην δε ιστορική έκδοσή του είναι ο αρχαϊκός ψυχανώμαλος σαδομαζοχιστής βιβλικός Γιαχβέ και το συνονθύλευμα από τις εβραϊκές μυθολογίες ως τις πλαστογραφημένες χριστιανικές διηγήσεις και αναφορές που συναπαρτίζουν τα "ιερά" βιβλία. Όλο αυτό το μακάβριο μύθευμα που επιβάλει κι εμπορεύεται ανα τους αιώνες η Εκκλησία, για να φοβίζει, υποτάσσει, εκβιάζει και ποδηγετεί τους λαούς, με κόλαση και με παράδεισο, με αγγέλους και δαίμονες, με θαύματα κι αναστάσεις, με παγανιστικές λατρείες λειψάνων και με τις σαρδανάπαλες αμφιέσεις των προεστών της, και χίλια μύρια ψέματα, αλλά συχνά κι επανειλημμένα και με βία και αίμα. Για να δέσει την πίστη των πιστών στο ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΟ για την εκκλησία χαρακτηριστικό του επινοημένου Θεού της, την ΠΑΡΕΜΒΑΤΙΚΟΤΗΤΑ του. Ο Θεός να ανακατεύεται στη ζωή - την τωρινή και τη "μέλλουσα" - των ανθρώπων και στα συναφή με αυτήν. Ο πιστός να βρίσκεται σε σχέση απόλυτης ΕΞΑΡΤΗΣΗΣ από αυτόν. Έτσι μόνον της είναι χρήσιμος ο θεός. Αλλιώς τι να τον κάνει; Σε τι χρησιμεύει ένας απώτατος θεός που δεν θα απαντά σε προσευχές και δεν θα επεμβαίνει με θαύματα; Ένας θεός που δεν ανακατεύεται είναι μια έννοια άχρηστη κι εχθρική για την Εκκλησία. Πάει η πελατεία, έφυγε. Έτσι, την Εκκλησία δεν την ενδιαφέρει αληθινά η επιστημονική/φιλοσοφική αναζήτηση του "θεού" των μορφωμένων, του απώτατου "πρώτου αιτίου". Η συζήτηση για αυτόν διεξάγεται κάπου ψηλότερα και απόμακρα από τις μεγάλες μάζες των πιστών της. Όμως αυτές οι μάζες την ενδιαφέρουν. Αυτές χρειάζεται να κρατά μαντρωμένες, "με την καρδιά", στην αμάθεια και στον φόβο. Και κάνει ότι μπορεί γι αυτό. Μ’ ένα τεράστιο θέατρο ψέματος, που παίζεται ακατάπαυστα και παντού, με αδίσταχτη παραπλάνηση, με κατήχηση στο ανύπαρκτο, με παρεμβάσεις κι εκβιασμούς στην πολιτεία. Και βέβαια χωρίς καμιά απάντηση λογικής στην κριτική που ακούει για την ιδέα της και το ποιόν της. Αντί γι αυτό κοκαλάκια και λείψανα και φανφάρες. Σκεφθείτε ανοιχτά και τίμια: Έχει καμία σχέση ο κοσμολογικός θεός, που είναι σεβαστό να τον επικαλούνται αυτοί που ψυχικά τον αναζητούν, με τον κακό ΕΙΔΩΛΟΛΑΤΡΙΚΟ (εικόνες, λείψανα, φυλαχτά κλπ) ΠΟΛΥΘΕΪΣΜΟ (πατήρ, υιός, παρθένα μητέρα, άγιοι με ειδικότητες κλπ) στον οποίο τους έχει μαντρωμένους η εκκλησία;

4. Και φθάνουμε στο ζητούμενο:
Είναι δικαίωμα της εκκλησίας να είναι ο "ποιμένας" αυτών που ελεύθερα, ώριμα κι εθελοντικά το επιλέγουν. Δεν είναι δικαίωμα της εκκλησίας να επιβάλλεται θεσμικά και συστημικά ως κοινωνικοπολιτικό καθεστώς παρεμβαίνοντας στη ζωή των υπόλοιπων. Γι αυτό μπαίνει επίμονα το αίτημα της ΕΚΚΟΣΜΙΚΕΥΣΗΣ. Η θρησκεία να υποχωρήσει από συστημικά επιβαλλόμενη σε απόλυτα σεβαστή ιδιωτική δυνατότητα. Η Εκκλησία να δρα στους χώρους της, σαν οργάνωση ιδιωτικού δικαίου, με ίδια μέσα και πόρους, υποκείμενη στην κρατική νομοθεσία και έλεγχο. Κυρίως: Όχι μάθημα θρησκευτικών στα σχολεία αλλά η πολιτεία να εντάξει αναφορές στην ιστορία και το περιεχόμενο της θρησκείας (ών) στα μαθήματα της ιστορίας του πολιτισμού και της φιλοσοφίας.

Η Εκκοσμίκευση θα λειτουργήσει θετικά και για την ίδια την εκκλησία με πολλούς τρόπους. Κυριότερος: μια ανάσα για περισυλλογή κι αναθεώρηση και απαλλαγή από πολλά βάρη, αφηγήματος και ποιού, που διώχνουν κόσμο. Αλλά "θέλει αρετή και τόλμη…"

Σάββατο 14 Οκτωβρίου 2017

Οι "υποχωρήσεις" της χριστιανικής δοξασίας

Στο πρώτο κιόλας μάθημα του νέου βιβλίου των θρησκευτικών της τρίτης λυκείου γίνεται φανερό ότι η ορθόδοξη χριστιανική εκκλησία έχει πλέον παραιτηθεί από τη χρήση λογικών κι "επιστημονικών" επιχειρημάτων υπέρ της αντικειμενικής ύπαρξης μιας οντότητας που την αποκαλεί Θεό, γιατί μας λέει ότι ο μόνος τρόπος για να προσεγγίσουμε τον Θεό είναι «με την καρδιά» ή «με την πίστη». Αυτή φαίνεται ότι είναι η τελευταία διαθέσιμη επίκληση, δεν απομένει κάτι άλλο, αφού τα όποια "λογικά" επιχειρήματα έχουν καταπέσει. Και ευθύνεται στο απομένον θυμικό κι όχι στο λογικό των ατόμων.

Προκειμένου όμως για τη διαπίστωση ύπαρξης μιας οντότητας, είναι αναπόφευκτο να την προσεγγίσουμε με την λογική. Η λογική είναι το μόνο λειτουργικό εργαλείο κατανόησης του κόσμου, όπως διαπιστώνουμε εμπειρικά. Η καρδιά, δηλαδή το συναίσθημα, είναι χρήσιμο για να σχετιζόμαστε με γνωστά υπαρκτά όντα, όχι για να αποκτάμε γνώση περί της ύπαρξής τους. Η πίστη είναι χρήσιμη για να αποκτάμε εμπιστοσύνη σε υπαρκτές οντότητες, όχι για να διαπιστώνουμε αν υπάρχουν. Εξάλλου το «με την καρδιά» ή «με την πίστη» δεν συνοδεύεται από το πώς, από περιγραφή ή οδηγία. Άρα είναι υπεκφυγή. Η τελευταία τους.

Ο χριστιανικός Θεός, που η χριστιανική αφήγηση τον θέλει πανάγαθο, φιλεύσπλαχνο και παντοδύναμο δημιουργό που έπλασε και κυβερνά τον κόσμο μας, ΛΟΓΙΚΑ είναι αδύνατον να υπάρχει. Ο κόσμος μας μόνο φιλεύσπλαχνος δεν είναι. Είναι γεμάτος με φυσικές καταστροφές, με φυσικές αρρώστιες, με εγγενή ανισότητα κι ανταγωνισμό, όπου τα πλάσματα δεν έχουν ίσες πιθανότητες επιβίωσης (ανεξάρτητα  και πέρα από την ανθρώπινη αδικία), όπου οι ζωικοί οργανισμοί είναι φυσικά αναγκαίο να σκοτώσουν άλλους οργανισμούς για την επιβίωσή τους, όπου η οδύνη είναι μέρος της φύσης του κόσμου. Κι όλα αυτά είναι εγγενή χαρακτηριστικά του κόσμου. Είναι ένας φυσικός κόσμος, Δαρβινικός.


Και έρχεται λοιπόν το πρώτο μάθημα του βιβλίου των θρησκευτικών, "κάνοντας τη ντροπή φιλότιμο", με ένα προσεχτικά ελισσόμενο κείμενο, να μας πει ότι παραιτείται από  την κατά γράμμα "φονταμενταλιστική προσέγγιση της γραφής" των έξη ημερών και των πρωτοπλάστων και υιοθετεί απλόχερα το "πώς" της θεωρίας της Εξέλιξης (εκτός πάντως από την αποτροπιαστική ιδέα της καταγωγής μας από πίθηκο) και διατηρώντας βέβαια το "ποιος" για τον Θεό. Δηλαδή ο φιλεύσπλαχνος παντοδύναμος Θεός τους έφτιαξε τον άσπλαχνο κόσμο και μας έριξε μέσα. Παραπαίουν, προσπαθώντας να παντρέψουν αρχαίες δοξασίες με αποδειγμένες σύγχρονες γνώσεις του κόσμου.

Δευτέρα 2 Οκτωβρίου 2017

Τι θα πρέπει να κάνουμε με τους πιστούς, 
που ειλικρινά πιστεύουμε πως εξαπατώνται και αυταπατώνται; Θα πρέπει να αφήνουμε τους εξαπατητές τους ανενόχλητους και τους ίδιους στις παρηγορητικές ψευδαισθήσεις τους ή να τους ξυπνάμε από την αυταπάτη τους; Τι απαντάμε στο δίλημμα: τι θέλουμε για τους άλλους, ευτυχία με το μύθο ή την γυμνή αλήθεια; Να τους αφήσουμε ήσυχους στο μυθικό τους βόλεμα, με όποια ανακούφιση ή ευτυχία τους δίνει αυτό – αν τους δίνει όντως – ή να τους σκουντήσουμε να ξυπνήσουν, έστω και άβολα; Κρίνοντας από την παρουσία, την επιρροή και τα θλιβερά αποτελέσματα του μύθου στην ιστορία των ανθρώπινων κοινωνιών, θεωρούμε το "σκούντημα" και πιο έντιμο και τελικά πιο φιλάνθρωπο. Είναι μια απελευθέρωση. Η απαλλαγή των άλλων από την ατεκμηρίωτη πίστη και η ενστάλαξη σ’ αυτούς της υπεροχής της γνώσης και της επαλήθευσης συνιστά μια ανεκτίμητη συμβολή για μια ζωή με αλήθεια, μια ζωή που αξίζει να τη ζει κανείς. Η σιωπηλή συγκατάνευση στο ότι είναι σκληρό να επεμβαίνει κανείς στις ψευδαισθήσεις των άλλων, που φαίνεται να βελτιώνουν την ψυχολογία τους, έχει μια προσωρινή αξία, αλλά μπορεί και να είναι αιτία σοβαρότερων και πιο εκτεταμένων δεινών, όπως η διάδοση της ψευδαίσθησης· στα παιδιά τους και τους άλλους. Και η διαιώνιση της αυταπάτης και των συνεπειών της. Που άλλοτε περνούν απαρατήρητες κι έτσι – κακώς – αδιαφορούμε κι άλλοτε αποκτούν τερατωδώς καταστροφικές εκφράσεις (σαν την παράνοια των καμικάζι ισλαμιστών). Η ιδέα ότι ορισμένοι μύθοι με τους οποίους ζούμε δεν θα πρέπει να διαταραχθούν με κανένα τρόπο, βρίσκεται σε σύγκρουση με το ιδανικό της αναζήτησης και εξιστόρησης της αλήθειας. Είναι ιδέα συντήρησης, όχι προόδου, όχι ελευθερίας. Είναι πρόβλημα για την ανθρωπότητα. Την αλήθεια λοιπόν. Ας βρούμε το κουράγιο να την διατυπώνουμε χωρίς ταλάντευση και παραιτήσεις.

Κυριακή 24 Σεπτεμβρίου 2017

Οι Άθεοι αντιμετωπίζουν τη θρησκεία σε τρία επίπεδα

Σε θεωρητικό επίπεδο
Υποστηρίζουν ότι η απάντηση που θα εξαλείψει το αρχαίο ανθρώπινο ιδεολόγημα Θεός
θα είναι από τη φυσική του κόσμου τούτου, του υπαρκτού. Όχι υπερφυσικότητες.

Σε επίπεδο πράξης και ιστορίας
Ασκούν έντιμα μια αποκαλυπτική κριτική στις "εξ αποκαλύψεως" θρησκείες.
Από φυσιοκρατική σκοπιά για το μέγα ψεύδος τους 
και από ανθρωπιστική σκοπιά  για το μαύρο ποιόν τους.

Στο τοπικό μας επίπεδο
Απαιτούν την εκκοσμίκευση. Η θρησκεία να περιοριστεί από συστημικά επιβαλλόμενη 
σε σεβαστή ιδιωτική δυνατότητα, με τα δικά της μέσα και στους χώρους της.


Δευτέρα 18 Σεπτεμβρίου 2017

Το θρησκεύεσθαι μπορεί να διακριθεί σε τρία επίπεδα:

Πάνω-πάνω και πιο μακριά στέκει το ερώτημα αν η πολυποίκιλα εννοούμενη ανθρώπινη ιδέα "Θεός" μπορεί να εκφράζει ένα "κάτι" με αντικειμενική ύπαρξη ή πρόκειται απλά και μόνον για ιδέα. Αν στην απώτατη άκρη της επιστημονικής έρευνας και της ανθρώπινης διανόησης για την ύπαρξη θα ανακαλυφθεί ή ο Θεός ή το Ανταυτού. Ως Θεό εννοούμε μια ΕΜΠΡΟΘΕΤΗ οντότητα ως αιτία της ύπαρξης. Ως το Ανταυτού εννοούμε μια ΦΥΣΙΚΗ εξήγηση της ύπαρξης. Μια και δεν μπορούμε να το ξεδιαλύνουμε τώρα, αφήνουμε τον ένθεο με τον Θεό του και τον φυσιοκράτη με τη Φυσική του.

Πιο κοντά μας το ζήτημα της θρησκείας. Εδώ η ανθρωπολογία, η ιστορία, η ψυχολογία έχουν ξεδιαλύνει το ιστορικό, το ποιόν και τον ρόλο των θρησκειών. Συμπέρασμα: Η αυθόρμητη αναγκαιότητά τους στο βαθύτερο παρελθόν της άγνοιας σφόδρα υπολείπεται της αιματηρής εγκληματικής εκμετάλλευσης που έχουν επιβάλει τα ιερατεία στους λαούς για αιώνες και αιώνες. Οι θρησκείες κρίνονται πια ως το χοντρό, το περιττό και βλαβερό ψέμα που σιγοντάρει τους λαούς στο να αναβάλουν τη λογική και γνωστική διευθέτηση της ύπαρξής τους. Μπορείς - και οφείλεις - να φωτίζεις τεκμηριωμένα τα ψέματά τους και τους αθέμιτους τρόπους των εκκλησιών τους για επιρροή και για το μάντρωμα των αιχμαλώτων τους. Δεν μπορείς να τις καταργήσεις, όμως η γνώση της πραγματικότητας μέσα από την επιστημονική παιδεία και την τεχνολογία τις ξεφτίζει όλο και ταχύτερα. Ας βουρλίζονται λοιπόν με τους πιστούς τους, αλλά στο χώρο τους.

Όμως, άμεσα κοντά μας, μας ακουμπάει η συστημική επιβολή και παρέμβαση της Εκκλησίας στη ζωή μας. Σε πολλά, αλλά κυρίως στην εκπαιδευτική αποπλάνηση των παιδιών μας. Έτσι απαιτούμε την ΕΚΚΟΣΜΙΚΕΥΣΗ. Που θα πει: Η θρησκεία να υποχωρήσει από συστημικά επιβαλλόμενη σε απόλυτα σεβαστή ιδιωτική δυνατότητα. Όχι μάθημα θρησκευτικών στα σχολεία αλλά η πολιτεία να εντάξει αναφορές στην ιστορία και το περιεχόμενο της θρησκείας (ών) στα μαθήματα της ιστορίας του πολιτισμού και της φιλοσοφίας (με σχετικές εισηγήσεις από την Εκκλησία (ών) ως ειδικού φορέως). Η Εκκλησία να δρα σαν οργάνωση ιδιωτικού δικαίου, με ίδια οικονομικά μέσα, υποκείμενη στην κρατική νομοθεσία και έλεγχο. Έτσι ούτε θα μας πειράζουν ούτε θα παραπονιούνται ότι τους πειράζουμε.


Σε τι (συγκεκριμένα, και παρακαλώ εντός του θέματος) διαφωνείτε;

Τετάρτη 13 Σεπτεμβρίου 2017

Η απαλλαγή είναι υπεκφυγή
Δεν είμαστε εναντίον της απαλλαγής. Είναι και αυτή μια ακόμη δήλωση-εναντίωση στην κατήχηση του μαθήματος των θρησκευτικών. Και ο τρόπος για την αποφυγή της "μόλυνσης" στα μικρά παιδιά του δημοτικού και ίσως και του γυμνασίου. Όμως, κατά τη γνώμη μας, δεν είναι γενικά η καλύτερη αντίδραση. Γιατί και σου γυρεύουν – με ποιο δικαίωμα; - να προσδιοριστείς και γιατί είναι ΣΑΝ ΝΑ ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙΣ το κατεστημένο τους και απλώς σου επιτρέπουν να διαφοροποιείσαι ατομικά εσύ ο ενοχλητικός και να τους αφήνεις το πεδίο ελεύθερο. Και την κατήχηση ακέραιη κι ανενόχλητη, χωρίς αντίλογο, να φλομώνει και τους προδιατεθειμένους γι αυτήν αλλά και τους αδιάφορους. Μπορεί και να τους βολεύουμε με την απουσία μας, με το να φεύγουμε από την αρένα εμείς οι αντιτιθέμενοι, που επιδιώκουμε την διαφοροποίηση και περιορισμό των θρησκευτικών σε (άξιες) ιστορικο-πολιτιστικές αναφορές μέσα σε άλλα μαθήματα. Θεωρούμε λοιπόν ότι  η συμμετοχή στο μάθημα του "διαφωτισμένου" από τους γονείς παιδιού του λυκείου (και ίσως και του γυμνασίου σε κάποιες περιπτώσεις), με επίμονες κριτικές αντιδράσεις στην κατήχηση, με αντιπαραβολή της επιστημονικής γνώσης στα θρησκευτικά παραμυθιάσματα, είναι αυτό που πρέπει να στηρίξουμε τα παιδιά μας να κάνουν στην τάξη. Ξέρω πως είναι δύσκολο αλλά έτσι θα ξυπνήσουν και άλλα παιδιά.

Το μάθημα των θρησκευτικών δεν λέει στα παιδιά ότι τα αφηγήματά του είναι απλώς στοιχεία της πολιτιστικής μας παράδοσης, αλλά τους ΜΑΘΑΙΝΕΙ ότι στον κόσμο μας υφίστανται ΣΤ’ ΑΛΗΘΕΙΑ υπερφυσικές οντότητες και επιρροές. Αυτό το ψεύδος έρχεται σε εμφανώς κατάφορη αντίφαση με τη διδασκαλία των επιστημονικών μαθημάτων, που μαθαίνει στα παιδιά μας στο σχολείο πώς αληθινά είναι και πώς λειτουργεί ο κόσμος. Επιφέρει στη συνείδησή τους ευπιστία και σύγχυση μεταξύ του πραγματιστικού και του ανυπόστατου. Η διδασκαλία ψευδών ως αληθινά και υφιστάμενα και η επιδίωξη του μαθήματος ΝΑ ΠΙΣΤΕΥΣΟΥΝ οι ανήλικοι αυτά τα ψεύδη συνιστά ΑΠΟΠΛΑΝΗΣΗ ανηλίκων. Προσηλυτισμό σε ψεύδος. Περαιτέρω το μάθημα των θρησκευτικών ισχυρίζεται και ΜΑΘΑΙΝΕΙ στα παιδιά ότι οι υπερφυσικές οντότητες και επιρροές όχι απλώς υπάρχουν αλλά ότι ΕΛΕΓΧΟΥΝ και μπορεί να ΠΑΡΕΜΒΑΙΝΟΥΝ στη ζωή τους. Επιδιώκει την ΕΞΑΡΤΗΣΗ τους από αυτή την δοξασία, ώστε η πίστη σε αυτήν να χρησιμοποιείται για τον έλεγχο της ζωής τους από το ιερατείο. Αυτό είναι πνευματική αιχμαλωσία, στέρηση ατομικής ελευθερίας. Όλα αυτά είναι εγκλήματα που πρέπει να τιμωρούνται.

Αν η αντιπαράθεση στην τάξη πάει σε αδιέξοδα να καταγγείλουμε – νομικά - τους διδάσκοντες και το σύστημα, το υπουργείο που τους προγραμματίζει την διδασκαλία των ψευδών. Γιατί όλα τα παραπάνω εγκλήματα πρέπει να διώκονται. Και να το τραβήξουμε – νομικά - όσο πάει. Μην περιμένετε από τους πολιτικούς μας, εμείς πρέπει να ταρακουνήσουμε το κατεστημένο. Όσον αφορά τον τρόπο για να πιέσουμε για την κατάργηση της κατήχησης στα σχολεία είναι πολλές προσφυγές στη δικαιοσύνη κατά του κράτους με κατηγορητήρια περί εγκλημάτων σαν τα αναφερόμενα σε αυτή την δημοσίευση και σε συνδυασμό με εμφανείς παραβιάσεις του Συντάγματος και των ατομικών ελευθεριών.

Παρασκευή 1 Σεπτεμβρίου 2017

ΘΡΗΣΚΕΙΑ: ΤΙ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΚΑΙ ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ

1.Το αν η πολυποίκιλα εννοούμενη ανθρώπινη ιδέα "Θεός" μπορεί να εκφράζει ένα "κάτι" με αντικειμενική ύπαρξη ή πρόκειται απλά και μόνον για ιδέα, είναι ένα ΑΝΟΙΧΤΟ ΘΕΜΑ, αντικείμενο πια των πιο προωθημένων πτυχών της ανθρώπινης διανόησης. Δεν γνωρίζουμε αν αντικειμενικά υπάρχει ή δεν υπάρχει ένα "κάτι" που θα μπορούσε να αποκληθεί με τον όρο "Θεός".   Αυτό επιτρέπει στον καθένα να πιστεύει ελεύθερα ότι θέλει.

2. Για τους ορθολογιστές/φυσιοκράτες αυτό το "κάτι" έχει εξαλειφθεί  από τον φυσικό μας περίγυρο χάρη στην ανάπτυξη της επιστήμης και της ερμηνευτικότητάς της. Και η ύπαρξη ενός "κάτι" ή η αντ’ αυτού "φυσική" εξήγηση των απαρχών της ύπαρξης και άλλων απομενόντων ερωτημάτων εναπόκειται στην πρόοδο της φυσικής, της κοσμολογίας και των φιλοσοφικών τους συνεπακόλουθων. Αυτό συντελείται ήρεμα, με ενδιαφέρον και με εμπιστοσύνη.  

3. Για την χριστιανική Εκκλησία όμως αυτό το ανοιχτό θέμα είναι το έσχατο αποκούμπι από το οποίο αρπάζεται για να δικαιολογεί τη διατήρηση της θρησκείας της. Αφού περάσαμε τους αιώνες της χριστιανικής τυραννίδας με την καταστολή του ανθρώπινου πνεύματος με την βία και την πυρά, και αφού η ανάπτυξη της επιστήμης κατά τους τελευταίους αιώνες γέμισε κι ερμήνευσε τα κενά της γνώσης όπου ήταν τρυπωμένος ο Θεός, κι αφού το "πάνω χέρι" απωλέστηκε από την Εκκλησία και περιήλθε στην πολιτική οργάνωση του κάθε κοσμικού κράτους, η χριστιανική Εκκλησία παίζει το τελευταίο της κόλπο. Γιατί για κόλπο πρόκειται, και μάλιστα ακολουθούμενο από εξαπάτηση.

4. Το ΚΟΛΠΟ έγκειται στην εκμετάλλευση του ανοιχτού θέματος. Οι διάφοροι εκπρόσωποι της χριστιανικής εκκλησίας, από τον Πάπα μέχρι και τον ημι-σπουδαγμένο ορθόδοξο παπά, κάνοντας μια στροφή 180 μοιρών από το "πυρ το εξώτερον", που πριν επεφύλασσαν στην επιστήμη, μπαίνουν τώρα ως λαθρεπιβάτες στο καράβι της και καταπιάνονται με ζέση σε αφελή ή εσκεμμένη παρανόηση/παραποίηση των προχωρημένων αναζητήσεων της μικροφυσικής και της κοσμολογίας, για να στηρίξουν την ιδέα ότι όσο κάτι απροσδιόριστο φαίνεται να υπάρχει, έ εκεί βρίσκεται ο Θεός, η αιτία της δημιουργίας, η άυλη αθάνατη ψυχή, και όλα όσα μπορέσουνε να χωρέσουνε. Μας λένε δηλαδή ότι όσο θα υπάρχει ένα περιθώριο αγνώστου θα το γεμίζουν με τον περί Θεού ισχυρισμό τους. Αυτό εννοούν όταν μας προκαλούν με τη σοφιστεία: "Αποδείξτε ότι ο ισχυρισμός μας, ο Θεός, δεν υπάρχει". Ενώ, προφανώς, ή υποχρέωση απόδειξης βαρύνει τον ισχυριζόμενο… Πρόκειται για ιδεολογική μπαγαποντιά.

5. Και η ΕΞΑΠΑΤΗΣΗ έγκειται στο ότι χρησιμοποιούν αυτό το επιστημονικοφιλοσοφικό σωσίβιο για να διατηρούν και κουβαλούν επάνω του την, προφανώς και παντελώς ΑΣΧΕΤΗ με αυτό, πεπαλαιωμένη πραμάτεια τους. Τη θρησκεία του Γιαχβέ και τη συμπαρομαρτούσα κακή και άβολη μυθολογία των Εβραίων μαζί με τις μετέπειτα χριστιανικές ιστορικές πλαστογραφήσεις και δογματισμούς. Κάνουν ένα αριβίστικο άλμα. Συνδέουν και στηρίζουν σε ένα σεβαστό σύγχρονο φιλοσοφικό ζητούμενο μια συσσώρευση θεολογικού ψεύδους και παραμυθιάσματος διάρκειας τριών χιλιάδων χρόνων. Όλον τον ΕΙΔΩΛΟΛΑΤΡΙΚΟ (εικόνες, λείψανα, φυλαχτά κλπ) ΠΟΛΥΘΕΪΣΜΟ τους (πατήρ, υιός, παρθένα μητέρα, άγιοι με ειδικότητες κλπ). Διότι αυτόν ασκούν, επιβάλουν και εμπορεύονται. Ο ζητούμενος "Θεός" δεν προσφέρεται για την πρακτική της θρησκείας. Αυτοί θέλουν ΜΥΘΟ ΚΑΙ ΠΡΟΣΔΟΚΙΑ για να κανοναρχούν συστημικά τη ζωή των ανθρώπων και να τους διαμορφώνουν σε πιστούς του εκμαυλισμού τους τους μέσω της κατήχησης στην παιδεία.

6. Γιαυτό ζητάμε ΕΚΚΟΣΜΙΚΕΥΣΗ: Η θρησκεία να υποχωρήσει από συστημικά επιβαλλόμενη σε απόλυτα σεβαστή ιδιωτική δυνατότητα. Όχι μάθημα θρησκευτικών στα σχολεία αλλά η πολιτεία να εντάξει αναφορές στην ιστορία και το περιεχόμενο της θρησκείας (ών) στα μαθήματα της ιστορίας του πολιτισμού και της φιλοσοφίας (με σχετικές εισηγήσεις από την Εκκλησία (ών) ως ειδικού φορέως). Η Εκκλησία να δρα σαν οργάνωση ιδιωτικού δικαίου, με ίδια μέσα, υποκείμενη στην κρατική νομοθεσία και έλεγχο.

Πέραν του αιτήματος, μια γνώμη: Σε ένα εκκοσμικευμένο περιβάλλον θα δοθεί περισσότερος και αληθέστερος σεβασμός στην Εκκλησία αν αυτή αποτραβηχτεί από το λαϊκιστικό προσκήνιο και να προσπαθήσει να αναβαθμίσει με λιτότητα και σοβαρότητα το περιεχόμενο της θρησκείας που ποιεί προς μια ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ, χρησιμοποιώντας το τεράστιο κεφάλαιο της υψηλής κατανυκτικής τέχνης, εικαστικής και μουσικής και λογοτεχνίας, που επί αιώνες έχει συσσωρεύσει. Αλλά αυτό προαπαιτεί ηγέτες με όραμα, ευθύνη και τόλμη… 

Πέμπτη 17 Αυγούστου 2017

Παρελθόν, παρόν και μέλλον του Μύθου

Η θρησκεία δεν είναι ένα φυσικό σύστημα. Δεν έχει φυσική αυθυπαρξία. Είναι ένα ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ σύστημα, δομημένο από τον ανθρώπινο διαλογισμό, για να ικανοποιεί ψυχικές ανάγκες και κοινωνικές σκοπιμότητες.

Για αιώνες και αιώνες, η ανθρώπινη α-γνωσία δεν ξεχώριζε το πραγματικό από το φανταστικό, κι ο φανταστικός κόσμος με τα στοιχειά του εκλαμβάνονταν ως μέρος της φυσικής πραγματικότητας. Δηλαδή τα φαντάσματα ΥΠΗΡΧΑΝ στη ζωή των ανθρώπων. Aυτό το παραμύθιασμα το ενίσχυαν τα ιερατεία και έστηναν πάνω του τα μυθικά συστήματά τους για να κυριαρχούν με την πίστη στον κοσμάκη και να τον υπερεκμεταλλεύονται.

Όμως τώρα πια η γνώση έχει κάνει εύκολα προσιτή τη διάκριση πραγματικού – φανταστικού. Και γι αυτό ο στημένος με φαντάσματα θρησκευτικός μύθος ξεφτίζει και καταρρέει. Το οικοδόμημα  στέκεται όπως-όπως ακόμα χάρη στη μεγάλη μάζα του και την αδράνειά της. Όμως οι ρωγμές τής κριτικής αμφισβήτησής του δείχνουν πως δεν θα στέκει για πολύ. Η γνώση επελαύνει, σαρώνει τα ανυπόστατα, καθιστά απαράδεκτη την εμμονή σε συστημικά επιβαλλόμενη παραπλάνηση των ανθρώπων.

Η Εκκλησία το ξέρει, είναι σε πανικό, αλλά δεν βρίσκει το κουράγιο να ξεσκονίσει το σύστημά της, ούτε από τα πιο φαντάσματα των φαντασμάτων του. Ωστόσο η μόνη δυνατή κατάληξη και λύση για να διατηρήσει η Εκκλησία κάποιο σεβασμό είναι:
1. Να παραδεχτεί ξεκάθαρα ότι το περιεχόμενο της θρησκείας που διακονεί και διαδίδει δεν αποτελεί αντικειμενική αλήθεια του πραγματικού κόσμου αλλά είναι ένα πνευματικό σύστημα παραδοσιακών δοξασιών, που κατά τη γνώμη της, βοηθούν όσους εθελοντικά τις πιστεύουν να έχουν μια καλύτερη πνευματική ζωή.
2. Να αποσυρθεί από τα σχολεία αφήνοντας την πολιτεία να εντάξει τις αναφορές στη θρησκεία σε ιστορικά και φιλοσοφικά μαθήματα.
3. Να ολοκληρωθεί η εκκοσμίκευση και η Εκκλησία να δρα σαν οργάνωση ιδιωτικού δικαίου, με ίδια μέσα, υποκείμενη στην κρατική νομοθεσία και έλεγχο.
4. Να αποτραβηχτεί από το λαϊκιστικό προσκήνιο και να προσπαθήσει να αναβαθμίσει με λιτότητα και σοβαρότητα το περιεχόμενο της θρησκείας που ποιεί προς μια ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ, χρησιμοποιώντας το τεράστιο κεφάλαιο της υψηλής κατανυκτικής τέχνης, εικαστικής και μουσικής και λογοτεχνίας, που επί αιώνες έχει συσσωρεύσει.

Δευτέρα 31 Ιουλίου 2017

Στο "diavasame.gr"

Συνέντευξη με τον Πέτρο Παπαγεωργίου


Ο Δημήτρης Αργασταράς συνομιλεί με τον Πέτρο Παπαγεωργίου με αφορμή το βιβλίου "Φυσιοκράτης ή δεισιδαίμων" (εκδόσεις iWrite).

Κύριε Παπαγεωργίου, τιτλοφορώντας το έργο σας «Φυσιοκράτης ή δεισιδαίμων;» θα έλεγε κανείς ότι απευθύνετε εξαρχής ένα ερώτημα προς τον αναγνώστη, καλώντας τον να αναρωτηθεί ή ίσως να κάνει μια επιλογή. Όπως λέτε στο εσωτερικό του βιβλίου σας, αυτό είναι το βασικό δίλημμα, όχι αν κάποιος είναι πιστός ή άθεος, υλιστής ή ιδεαλιστής, αλλά το πώς επιλέγει να κατευθύνει τη σκέψη του με βάση αυτές τις δύο έννοιες του τίτλου. Ποιός ήταν ο σκοπός σας κατά τη συγγραφή του βιβλίου; Και τι σημαίνουν για εσάς αυτές οι δύο έννοιες; 
Το ζήτημα του Θεού δεν εγείρεται αντικειμενικά από τη φυσική πραγματικότητα· είναι μια παρενέργεια του τρόπου που εμείς ακόμα και σήμερα αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο, του τρόπου που σκεπτόμαστε. Ο ανθρώπινος εγκέφαλος εξελίχθηκε μέσα σε περιοχές του φυσικού κόσμου τέτοιες που τον δίδαξαν να αναζητά μια αιτιοκρατική συσχέτιση των πραγμάτων και των συμβαινόντων. Όμως μια αιτιοκρατική συσχέτιση απλώς επαρκή για την επιβίωση, η εξέλιξη δεν «ενδιαφερόταν» να μας μάθει κάτι περισσότερο, δεν ευνόησε τη μάθηση για τη μάθηση. Το μοντέλο του κόσμου στο νου μας είναι απλοϊκά αιτιοκρατικό. Το κοσμοείδωλο των προγόνων μας, μακρινών και πρόσφατων ήταν γεμάτο με μύθο. Η αιτιοκρατική σχέση ικανοποιούταν με μυθικές αιτίες, και βολευόταν μ' αυτές.
Σήμερα όμως; Ύστερα από τη συσσώρευση τόσης γνώσης; Το κοσμοείδωλο ενός σημερινού ανθρώπου ή αποκλείει μη φυσικές οντότητες και δράσεις (φυσιοκρατικό μοντέλο) ή περιέχει την πίστη ότι υπάρχουν και κάποιες οντότητες και επιρροές που δεν υποτάσσονται στους φυσικούς νόμους και δρουν καθ' υπέρβασή τους (δεισιδαίμον μοντέλο). Αυτή είναι η γενική και κεφαλαιώδης διάκριση μεταξύ των δύο προσεγγίσεων του κόσμου, που είναι ατέλεια να συνυπάρχουν σ’ ένα άτομο. Είσαι ή φυσιοκράτης ή δεισιδαίμων. Τα άθεος ή θρήσκος, άπιστος ή πιστός, υλιστής ή ιδεαλιστής κτλ αποτελούν υποπεριπτώσεις τους. Φυσιοκράτης ή δεισιδαίμων είναι η καίρια αντιδιαστολή. Και ο πραγματικός πόλεμος διεξάγεται ανάμεσα στον ορθολογισμό και τη δεισιδαιμονία.
Ο φυσιοκρατικός νους είναι υποχρεωμένος να αναζητεί επιστημονικές εξηγήσεις για τον κόσμο, μέσα σε αυτόν, όχι και σε κάποιο φανταστικό απέξω, σε κάποιο "υπερπέραν". Και όπου ακόμα δεν τις έχει, λέει: -"Δεν ξέρουμε ακόμα πώς… Αλλά το ψάχνουμε, και κάποτε θα το βρούμε". Περιμένει την πρόοδο της επιστήμης, με την πεποίθηση πως μέσα από αυτήν θα του δοθούν οι μόνες αποδεκτές απαντήσεις, αυτές δηλαδή που είναι αυστηρά συμβατές με τις φυσικές οντότητες και τους φυσικούς νόμους και δεν περιέχουν υπερβατικά (παραβαίνοντα την φύση) στοιχεία. Αυτά είναι παραμυθίες του παρελθόντος. Ο δεισιδαίμων νους, αυτός που δεν έχει απελευθερωθεί από την πατροπαράδοτη συσσώρευση του υπερφυσικού στο κοσμοείδωλό του, είναι προδιατεθειμένος να εγκαθιστά τον θεό σε κάθε κενό της γνώσης του για τον κόσμο, σαν να πρόκειται για τη μόνη απάντηση στο κενό της γνώσης. Τον εγκαθιστά μάλιστα και εκεί που δεν υπάρχει κενό γνώσης, σαν παράλληλη πραγματικότητα. Για ψυχολογική χρήση.

Κατά την γνώμη μου, τόσο από πλευράς αφήγησης όσο και οργάνωσης του υλικού σας το βιβλίο κινείται σε υψηλά επίπεδα. Κάτι που δείχνει πως πρόκειται για ένα θέμα που σας έχει απασχολήσει σοβαρά, για πολλά χρόνια, και μέσα από πολλές πηγές. Πείτε μας λίγα λόγια για την προσωπική σας διαδρομή μέσα σε αυτούς τους «διαδρόμους» της γνώσης. 
Ο συγγραφέας αυτού του βιβλίου δεν είναι ένας ειδικευμένος επιστήμονας ούτε ακαδημαϊκός. Είναι ένας μέσος άνθρωπος που προσπαθεί να ολοκληρώσει μέσα από το κυνήγημα της γνώσης, μέσα από διαβάσματα βιβλίων άλλων, πιο επιστημόνων από κείνον, ένα είδωλο της πραγματικότητας όσο γίνεται πιο κοντινό, πιο πιστό σε αυτήν, πιο – επιστημονικά – ρεαλιστικό, πιο απαλλαγμένο από πίστες χωρίς φυσική υπόσταση. Και αυτό το «κάτι» για το οποίο γράφονται τα βιβλία τον κάνει να θέλει αυτή την απομυθοποιητική προσέγγιση της πραγματικότητας να την κοινοποιήσει και στους άλλους. Είναι λοιπόν αυτό το βιβλίο το αποτέλεσμα της ανάγκης για ένα «ξεκαθάρισμα» του κοσμοειδώλου μας από ανυπόστατους μύθους. Η ανάγκη αυτή επιτείνεται από την καθημερινή διαπίστωση ότι είμαστε πράγματι, εδώ στον τόπο μας, ένας λαός πάρα πολύ παραμυθιασμένος, με πολλών λογιών ανυπόστατους μύθους… Αλλά θα χρειάζονταν πολλά βιβλία για να τους αντιμετωπίσεις έναν έναν. Αυτό το βιβλίο περιορίζεται στο να παλέψει από νατουραλιστική (φυσιοκρατική) σκοπιά τον ανεπίγνωστο υπερφυσικό μύθο, που τον πιστεύουμε ως αλήθεια. Δηλαδή τον θρησκευτικό μύθο.
Γιατί θα πρέπει να συμβεί αυτό; Διότι κοιτάζοντας προς τα πίσω θα δούμε πως όλη η ιστορία της ανθρωπότητας και αυτού που αποκαλούμε πολιτισμό είναι, παρά τα επιτεύγματά του, ένα συνεχές και απέραντο μακελειό αντιθέσεων, μισαλλοδοξίας και προπαγάνδας, βίας, πολέμων και ποταμών αίματος, φρικαλεοτήτων καταπίεσης και εκμετάλλευσης, που κανοναρχούνται από τη σύμπραξη των θρησκευτικών ιερατείων με τις πολιτικές αρχές. Είναι το πώς οι θρησκείες θα φτιάξουν ποίμνια και (με πλούσιο αντάλλαγμα) θα τα αποδώσουν ως πιστούς υπηκόους στην κρατική εξουσία. Αυτά είναι τα κίνητρα, η διαδρομή και ο σκοπός του βιβλίου.

Στο πρώτο μέρος του βιβλίου σας ερευνάτε τους λόγους για τους οποίους η ανθρώπινη ύπαρξη συνταυτίστηκε με τη δημιουργία και την καλλιέργεια μύθων. Ποιές είναι λοιπόν κατά την γνώμη σας οι βασικές αιτίες αυτής της συμπόρευσης του ανθρώπινου πολιτισμού με τον υπερφυσικό μύθο; 
Είναι πολλές, κι έχουν γραφτεί εξαιρετικά ανθρωπολογικά βιβλία με ποικίλες κι ενδιαφέρουσες προσεγγίσεις αυτού του θέματος. Το βιβλίο αυτό προτείνει ως κύρια αιτία, η οποία έδωσε δυνατότητα έκφρασης σε προϋπάρχουσες προδιαθέσεις, την έναρξη χρήσης από τους μακρινούς προγόνους μας της γλώσσας. Πριν από αυτήν πώς να υπάρξει ο – λεκτικός – μύθος; Η γλώσσα έκανε δυνατή τη διατύπωση της φαντασίας σε προγόνους με άγνοια των ορίων του πραγματικού, με γνωσιακή ανετοιμότητα και ψυχική ανωριμότητα. Έδωσε όνομα και περιγραφή σε «εμπρόθετους φορείς», φυσικούς και φανταστικούς, και η εδραίωση της προθετικότητάς τους ως αιτίας των συμβαινόντων στήριξε την ευκολία αγνόησης των ορίων του πραγματικού και την καταφυγή στο φαντασιακό με την ελπίδα/πίστη παράκαμψης του φυσικά αδύνατου. Μαγεία. Τέλος, ενίσχυσε τη διαχείριση των παραγόντων αυτών με μυθικά αφηγήματα από τους επαγγελματίες διαμορφωτές της ατομικής και συλλογικής συνείδησης για τη χειραγώγηση και εκμετάλλευσή της. Φαίνεται τελικά ότι όλα τα παραπάνω συγκλίνουν στο ότι η αιτία που γίναμε μυθοφιλικό είδος κινείται ανάμεσα στην υπαρκτή άγνοια του κόσμου μας από τη μια, αλλά και στην αγνόηση της γνώσης μας γι’ αυτόν, λόγω αδύναμης ψυχολογίας, από την άλλη. Αυτό το ανάμεσα υπήρξε ο χώρος δράσης και χειραγώγησής μας από τους «παραμυθάδες».

Τελικά, θα έλεγα πως επικεντρώνεστε κυρίως στις μονοθεϊστικές θρησκείες, στις περιπτώσεις όπου ένα ιερατείο παίζει έντονο θρησκευτικοπολιτικό ρόλο στις ζωές των ανθρώπων, συνεργαζόμενο με τις διάφορες εξουσιαστικές δομές. Ποιά είναι η άποψη σας σχετικά με την επικράτηση αυτών των θρησκευτικών συστημάτων; Πιστεύετε πραγματικά πως ο ρόλος τους ήταν περισσότερο βλαπτικός στην ανθρώπινη ιστορία παρά θετικός; 
Οι αιώνες των ανιμιστικών/πολυθεϊστικών θρησκειών πέρασαν σιγά – σιγά. Οι τεχνολογίες και η κάποια επιστήμη που εντός τους αναπτύσσονταν έφερναν στους ανθρώπους μια ρεαλιστικότερη αντίληψη του φυσικού κόσμου, των τρόπων λειτουργίας του και των συσχετισμών μέσα σ’ αυτόν. Η υπερφυσική προθετικότητα και η επιβολή της στους ανθρώπους δεν μπορούσε να σταθεί πια σαν ικανότητα όλων αυτών των τοτεμικών κατασκευασμάτων του ιερατικού πανθέου. Αργά, μέσα από διαδικασίες αιώνων, τα ιερατεία έκαναν μια τεράστια υποχώρηση και αναπροσαρμογή του περιεχομένου της θρησκείας. Το διαχώρισαν από την χειροπιαστή ειδωλολατρία του πολυθεϊσμού για να το επανοχυρώσουν σε έναν απροσπέλαστο, αφηρημένο Θεό, έξω από τον χώρο, τον χρόνο, τον φυσικό κόσμο, ώστε ο ισχυρισμός για την ύπαρξή του να μην μπορεί να τεκμηριωθεί ή αμφισβητηθεί με φυσικό τρόπο. Οι θεότητες φεύγουν από τα βουνά, τα ποτάμια, τις θάλασσες, από τα αγάλματα και τα ξόανα και απορροφιούνται, συμποσούνται στον Ένα θεό. Και μεταφέρει σε αυτόν η θρησκεία τις πιο επιτυχημένες, αποτελεσματικές ή επιθυμητές ιδιότητες του κλασικού πανθέου (αλλά αποκαθιστά και τους συμπαρομαρτούντες βοηθούς του θεούς με τα είδωλά τους στους αγίους με τις εικόνες τους). Ο μονοθεϊσμός είναι το επόμενο μεγάλο σύστημα της θρησκευτικότητας και της πίστης. Στηρίζεται στον αποκλεισμό της αποδειξιμότητας του ισχυρισμού του και επενδύει όπως και πριν στην άγνοια, την αφέλεια, τον φόβο και την μεταφυσική ροπή των ανθρώπων.
Όσον αφορά το ρόλο των θρησκειών στην ανθρώπινη ιστορία, η πιο κεντρική θέση αυτού του βιβλίου είναι ότι: Η θρησκεία έδωσε μια δικαιολογία στην ανθρωπότητα να αναβάλει επί αιώνες τη γνωστική διευθέτηση της ύπαρξής της. Και η ύπαρξη της θρησκείας διατηρεί το κακό. Η εγκαθίδρυση και κυριαρχία του θρησκευτικού μύθου στην ιστορία της ανθρωπότητας υπήρξε άκρως βλαβερή για την εξέλιξη της ανθρώπινης ψυχολογίας. Ο παντοδύναμος, πάνσοφος, παντογνώστης και φιλεύσπλαχνος Θεός δεν άφησε τίποτα στη δικαιοδοσία του ανθρώπου. Άρα του πήρε και την υπευθυνότητα. Του αφαίρεσε την αρμοδιότητα να σταθεί υπεύθυνα απέναντι στον εαυτό του, στις πράξεις του και στους άλλους και να κοιτάξει να βρει γνωστικές και κοσμικές λύσεις στα προβλήματά του. Αφού όλα ήταν «γραμμένα», αφού όλα ήταν «θέλημά Του». Βέβαια, το θέλημά Του το κατείχε και το διαχειρίζονταν το ιερατείο, σε συνεργασία με την κοσμική εξουσία…
Τώρα, τα επιχειρήματα των υπερασπιστών της θρησκείας ότι μέσω αυτής έγινε δυνατός ο έλεγχος της ηθικής συμπεριφοράς των ανθρώπων, ότι η θρησκεία γέννησε και προέβαλε την ηθική, και ότι χωρίς αυτήν οι κοινωνίες δεν θα ήταν δυνατόν να λειτουργήσουν, θα είχαμε ένα ανεξέλεγκτο χάος αταξίας, είναι πλαστά. Εδώ υπάρχει μια απόπειρα αντιστροφής της πραγματικής σειράς των πραγμάτων. Οι Εκκλησίες ήλθαν μετά. Ήλθαν να αναλάβουν – παρασιτικά και επαγγελματικά – τη διαχείριση των ηθικών βάσεων στις οποίες είχαν στηθεί ήδη οι αρχέγονες κοινωνίες. Δηλαδή παρασίτησαν σε κάτι που υπήρχε και που όντως αποτελούσε εξελικτικό πλεονέκτημα στην κοινωνική εξέλιξη του ανθρώπου. Υπερτονίζοντας αυτές τις ηθικές βάσεις με την δήθεν εκφορά τους από θεϊκούς φορείς. Τις έκλεψαν από την κοινωνία και τις απόδωσαν στη βούληση του Θεού. Ενός «μπαμπούλα» δηλαδή με ένα τσούρμο «χωροφύλακες», αυτούς της Εκκλησίας. Με πειθαναγκαστική επιτήρηση και τιμωρία. Ήτοι φόβο. Η ηθική όμως δεν υπήρξε αποτέλεσμα εντολών ενός ή περισσοτέρων θεών, που στηρίζονται σε υπόσχεση ανταμοιβής ή σε απειλή τιμωρίας σε αυτή τη ζωή ή στην υποτιθέμενη άλλη. Δεν προέρχεται από «αποκάλυψη» αλλά από την εμπειρία της συμβίωσης. Είναι κοινωνική γνώση. Οι ηθικές αρχές εφευρέθηκαν και διαμορφώθηκαν από το νου των ανθρώπων μέσα από τη διαδικασία της βιολογικής και κυρίως της κοινωνικής μας εξέλιξης. Οι ηθικές αρχές δεν είναι «θεόπεμπτες». Είναι απλές πρακτικές γεννημένες από την κοινωνική εμπειρία. Είναι μια καθαρά ανθρώπινη υπόθεση. Βγαίνουν μέσα από την ίδια τη ζωή και ρυθμίζονται από τις επικρατούσες κοινωνικές συνθήκες. Έτσι είναι ανεξάρτητες από τη θρησκεία και είναι βέβαιο ότι θα επιβιώνουν όταν η θρησκεία θα έχει καταρρεύσει. Υπάρχουν σήμερα κοινωνίες άπιστες, χωρίς πατέρα Θεό, που είναι εξίσου αν όχι περισσότερο ηθικές από τις θρησκευόμενες.
Τέλος, το ότι η θρησκεία αποτέλεσε, μέσω της Εκκλησίας, και επί πολλούς αιώνες ισχυρό παράγοντα ενίσχυσης της κοινωνικής συνοχής είναι γεγονός. Το κακό όμως είναι ότι αυτό το πετύχαινε μέσα από την υποκατάσταση κοινωνικών αξιών και ιδεωδών με θρησκευτικές επιταγές· μέσα από την άσκηση του θείου εκφοβισμού και της θείας συναλλαγής. Και με τελετουργίες ψυχαναγκαστικά δεσμευτικές. Αυτό κράτησε τους λαούς σκλάβους της Εκκλησίας στο μεσαιωνικό σκοτάδι, εμπόδισε την πολιτισμική εξέλιξη, στόμωσε την ελεύθερη σκέψη, ήταν μια δικτατορία καταπίεσης κι εγκλημάτων ιεροεξεταστικού τύπου που επέβαλε την αναγκαστική συνοχή. Μια ομαδική ταυτότητα ποιμνίου. Τη συνοχή υπό κατοχή. Αυτή η συνοχή, και η κάποια αίσθηση ασφάλειας εκ του ότι ανήκεις σ’ ένα σύνολο, και ο συνεπακόλουθος εφησυχασμός της κρίσης σου, και η διάθεση να υποστηρίζεις άκριτα τις απόψεις και τις πρακτικές αυτού του συνόλου, και να διαδίδεις τα θέσφατά του, είναι που σε μετατρέπει από ελεύθερο σε οπαδό. Ο θρησκευόμενος πιστός έχει τη χαρακτηριστική αντίληψη και συμπεριφορά του οπαδού. Ακρισία και φανατισμός.

Κάποιος θα μπορούσε να ισχυριστεί πως βλέπετε μόνο την εξωτερική πλευρά της θρησκείας ενώ επιλέγετε να αγνοήσετε τον εσωτερικό πλούτο της πνευματικής της παράδοσης, την θεραπευτική και μεταμορφωτική της διάσταση. Μήπως είναι όμως και η θρησκεία ένα «εργαλείο» στη ζωή του ανθρώπου, όπως άλλωστε και η επιστήμη, και εξαρτάται από το πώς θα την χρησιμοποιήσει κανείς; 
Εργαλείο… Φάρμακο δηλαδή. Παλιά, όταν η διάκριση μεταξύ πραγματικού και μη πραγματικού ήταν ασαφής λόγω εκτεταμένης άγνοιας το «φάρμακο» λειτουργούσε χωρίς αντίφαση με την περιρρέουσα πραγματικότητα. Σήμερα όμως η φυσιοκρατική μόρφωση κάθε απόφοιτου Μέσης Εκπαίδευσης και τα από το πολιτιστικό περιβάλλον προσλαμβανόμενα είναι επαρκή για να θεωρήσει αυτός και αυτή τις θρησκευτικές θεωρίες απλώς μυθικές. Άρα είναι απορίας άξιο το να υπάρχουν σήμερα τόσο πολλοί που, παρά το ότι διαθέτουν επαρκή γνώση της φυσικής υφής της πραγματικότητας, και παρά το ότι στην πράξη δρουν με τρόπο που καταδείχνει ότι πράγματι την διαθέτουν και την εφαρμόζουν, επιμένουν να διατηρούν στο σκεπτικό τους έναν περισσότερο ή λιγότερο κεντρικό χώρο γι’ αυτά τα παραμύθια. Να είναι δηλαδή σε κάποιο βαθμό πιστοί. Να επιμένουν στην αυταπάτη τους.
Γιατί όμως; Οι πιο πολλοί πιστοί σήμερα ερμηνεύουν χαλαρά τους κανόνες της θρησκείας τους γιατί μια κατά γράμμα εφαρμογή τους δεν θα τους επέτρεπε να ζουν αρμονικά μέσα στο σύγχρονο κόσμο. Όμως έστω κι έτσι παραμένουν πιστοί. Από βόλεμα. Από αποφυγή ή συνειδητή παραμέληση να αναθεωρήσουν και να επανατακτοποιήσουν τις πεποιθήσεις τους με βάση τις γνώσεις που έχουν αποκτήσει. Απιστούν προς τις γνώσεις τους. Είναι ανειλικρινείς προς εαυτούς. Προδίδουν εξ ίσου την πίστη τους και τη λογική τους. Οι πιο ειλικρινείς πάντως παραδέχονται ότι η πίστη τους οφείλεται σε συναισθηματικές ανάγκες και όχι σε αντικειμενικά επιχειρήματα. Δεν πιστεύουν ότι υπάρχουν επιχειρήματα που να αποδεικνύουν την ύπαρξη του θεού τους. Πιστεύουν απλώς γιατί «έτσι τους αρέσει».
Οι άλλοι, βρισκόμενοι σε μια «γνωστική ασυμφωνία» πάσχουν και αγωνίζονται είτε για να ξεφύγουν από την ψυχοσυναισθηματική καθήλωση στην οποία βρέθηκαν από τα μικράτα τους είτε πεισματικά να την διατηρήσουν, επειδή η έλευση νέας γνώσης που δείχνει να διαψεύδει την πίστη τους προκαλεί μια ισχυρή αυθόρμητη αντίδραση εχθρικά απορριπτική προς αυτή τη γνώση και μια συσπείρωση εμμονής και ισχυροποίησης της δοξασίας τους σε πείσμα κάθε λογικής. Ο κίνδυνος της διάψευσης και της, κατά συνέπεια, ανάγκης αλλαγής σκεπτικού και συμπεριφοράς τους, προκαλεί τόσο μεγάλη δυσφορία ώστε διεγείρεται ένας αμυντικός μηχανισμός που παραγνωρίζει τη λογική προκειμένου να ενισχύσει και έτσι να διατηρήσει απείραχτο το σύνολο των δοξασιών τους.

Υπήρχαν κατά το παρελθόν εναλλακτικές φιλοσοφικές προτάσεις (κάπου αναφέρετε την διδασκαλία του Επίκουρου) που θα μπορούσαν να αντικαταστήσουν κατά κάποιο τρόπο τις θρησκευτικές διδασκαλίες; Γιατί τελικά δεν επικράτησαν; 
Επικράτησαν κι επικρατούν στην Ανατολή, όπου δεν μπόρεσε να κυριαρχήσει η αποικιοκρατική επιβολή του μονοθεϊσμού. Ταοϊσμός και κυρίως Κομφουκισμός στην πιο πολυπληθή εθνότητα του κόσμου, Ζαϊνισμός και Βουδισμός (όπου δεν θρησκειοποιήθηκε, αλλά και στη Δύση) αποδεικνύουν ότι οι κοινωνίες μπορούν να ζουν ωραία κι αρμονικά χωρίς τον ένα μπαμπούλα αφέντη Θεό. Ρώτησα στην Κίνα μέσους ανθρώπους: Ποιον θεωρείς κριτή σου; σε ποιον οφείλεις υπακοή και συμμόρφωση; Οι απαντήσεις ήταν: Στο λαό, στους άλλους, σε εμάς. Πουθενά θεός.
Γύρω από τη Μεσόγειο όμως, κατά την ύστερη αρχαιότητα, ο εξαπλωμένος παντού μα πρακτικά λιγότερο ακμαίος ελληνιστικός πολιτισμός είχε την ατυχία να κατακτηθεί από τη Ρώμη. Η επιβολή του χριστιανισμού έχει τις βαθύτερες ρίζες της στην κατάλυση της αρχαιοελληνικής πόλης-κράτους από τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Εξέλειπε έτσι η αίσθηση του υπεύθυνα συμμετέχοντος πολίτη στα θέματα της κοινότητας και η κοινωνική συνοχή για τον κοινό σκοπό. Έγιναν όλοι υπήκοοι μιας απόμακρης, απρόσιτης κι αδιάφορης διοίκησης, της οποίας η επαφή με τον πολίτη εξαντλούνταν στην είσπραξη των φόρων. Το σύστημα αυτό δεν ήταν δυνατόν να διατηρηθεί για πολύ ως δημοκρατικό πολίτευμα· μεταλλάχτηκε σε στρατιωτικό, κουμάντο έκαναν οι στρατιωτικοί των διαφόρων βαθμών με επικεφαλής τους αυτοκράτορες που οι στρατιωτικοί εξέλεγαν από τις τάξεις τους. Στο εσωτερικό της αυτοκρατορίας ο πολιτιστικά κουρασμένος και οικονομικά πιεσμένος ετερόκλητος πολυεθνικός πληθυσμός, προκειμένου να διοικηθεί χωρίς ταραχές, χρειάζονταν μια κοινή ιδεολογία, ευρείας κλίμακας. Κι όταν οι αυτοκράτορες την διείδαν στο πρόσωπο του αναδυόμενου χριστιανισμού, που ο Παύλος είχε διαμορφώσει σε υπάκουο συνεργάτη της εξουσίας, δεν άργησαν να την επιβάλουν σαν επίσημη θρησκεία της αυτοκρατορίας. Τον τέταρτο αιώνα μια απόφαση του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου άλλαξε τον ρου της ιστορίας. Ο χριστιανισμός νομιμοποιείται και στο τέλος του αιώνα γίνεται η επίσημη θρησκεία της Αυτοκρατορίας. Δεν αργεί καθόλου να μεταβληθεί σε εξουσία, να γίνει μέρος της εξουσίας, να μοιράζεται με την πολιτική εξουσία την δυνάστευση και εκμετάλλευση των λαών. Είναι η αρχή μιας εποχής μαύρης δεισιδαιμονίας δεκατριών ολόκληρων αιώνων, μέχρι τον Διαφωτισμό, τραγικής πνευματικής οπισθοδρόμησης και καθυστέρησης για όλη την Ευρώπη. Σ’ όλο αυτό το διάστημα η Χριστιανική Εκκλησία εγκληματούσε βίαια και συνέχεια κατά κάθε στοιχείου του προγενέστερου Ελληνικού πολιτισμού, προκειμένου να τον εξαλείψει πλήρως ως τον μέγα εχθρό της, αλλά και κατά πάσης έννοιας αλήθειας κι ελευθερίας. Οι εσωτερικές αντιφάσεις και αντιθέσεις αυτής της ιδεολογίας θα κρατούσαν απασχολημένο το λαϊκό νου για αιώνες.

Κατά την γνώμη σας, με ποιό τρόπο θα μπορούσε να «οργανωθεί» η ζωή του σύγχρονου ανθρώπου, μέσα από ποιά πρότυπα σκέψης και συμπεριφοράς, ώστε να ζει δημιουργικά και σε αρμονία με τον εαυτό του, τους άλλους, και τον κόσμο; 
Είναι καιρός να αποκτήσουμε επίγνωση. Η ανθρωπότητα βαθμιαία αλλάζει τον συλλογικό της ψυχισμό. Από το παλιό ανεπίγνωστο των θρησκειών, των μυθοποιημένων ιδεολογιών και γενικά των μύθων που κυριαρχούσαν στη ζωή μας – με όση ψευδαίσθηση ευτυχίας μπορούσαν αυτά κατά περίπτωση να παρέχουν – περνά στη γνωστική συνειδητοποίηση της φυσικής υφής του κόσμου μας και της «πεζής» οικονομικο/κοινωνικο/πολιτικής μας πραγματικότητας. Αποκαρδίωση είναι το βίωμα που αποδίδει την πρώτη μας αντίδραση σε αυτή την «προσγείωση». Ωστόσο, συμβαίνει το δικαιούμενο να συμβεί. Η αύξηση της επίγνωσης είναι αναπόδραστη εξέλιξη. Η γνώση κερδίζει. Η ανθρωπότητα δεν έχει άλλη επιλογή για να βαδίσει στο μέλλον από τη γνώση. Τελεία. Είτε μας αρέσει είτε όχι πρέπει να δεχτούμε ότι η αποδοχή της "αντικειμενικής" αλήθειας, (της αναθεωρούμενης κι επαληθευόμενης κι αναβαθμιζόμενης επιστημονικά) αποτελεί όχι μόνο όρο επιβίωσης στον σημερινό κόσμο και σ’ αυτόν που επέρχεται, αλλά και την έντιμη και δίκαιη φιλοσοφική τοποθέτηση απέναντι στην πραγματικότητα. Εναπόκειται στον πολιτισμό μας να δείξει και να προβάλει τα νοήματα και τα ψυχικά κίνητρα για μια ζωή μέσα στην αλήθεια. Όχι στο παραμύθιασμα. Χωρίς ανεπίγνωστους μύθους. (Οι μύθοι στην τέχνη, την εκπαίδευση, την ψυχαγωγία είναι ενσυνείδητοι, δεν είναι ανεπίγνωστοι). Για να ξεκολλήσουμε κάποτε οριστικά από τις αυταπάτες και να βρει η ανθρωπότητα τα βήματά της· και να μην παραπαίει.
Δεν είμαστε "εξ ουρανού", δεν είμαστε τα καλά ή κακά παιδιά ενός θεού, είμαστε ένα βιολογικό είδος· μόνο που η εξέλιξή μας έτυχε να μπει σε μια ιδιάζουσα πορεία, που μας δίνει το φοβερό προνόμιο να την διαχειριστούμε. Χρειαζόμαστε ένα στόχο, ένα αντικείμενο αφοσίωσης, πίστης αν θέλετε, όχι μυθικό αλλά εγκόσμιο, φυσικά και κοινωνικά. Το παράδειγμα ήδη υφίσταται. Η πίστη στην κοινότητα υποκαθιστά βαθμιαία την πίστη στη θρησκεία στις κοινωνικά προηγμένες χώρες του ευρωπαϊκού βορρά και αλλού. Η Κοινότητα παίρνει το ρόλο του παλιού θεού· την εμπιστεύεσαι, την σέβεσαι, την φροντίζεις (τα αντίστοιχα της παλιάς θρησκευτικής λατρείας) και αυτή σου ανταποδίδει δίκαιες συνθήκες ζωής, αλληλεγγύη κι ασφάλεια. Επιπλέον, να ένας «θεός» που σου επιτρέπεται να τον κρίνεις. Και βεβαίως να συμμετέχεις σε αυτόν. Ο μόνος «θεός» που απομένει, που δικαιούμαστε και που πρέπει να έχουμε είναι η Κοινότητά μας. Από την επιτυχία της ή την αποτυχία της θα κριθεί το μέλλον του ανθρώπου και του πλανήτη. Ας αντικαταστήσουμε την πίστη και τη λατρεία του Ανύπαρκτου με την προσήλωση στην Κοινότητα. Στο συλλογικό αγαθό.

Θα ήθελα να κλείσετε εσείς αυτή την συνέντευξη, με μία τελική σας πρόταση προς τους αναγνώστες. 
Η συνείδηση που φορτώθηκε το ζωικό μας είδος ψάχνει για νόημα. Για το "γιατί όλα αυτά". Για πιο σκοπό; Δεν έχουμε καμιά ένδειξη ότι υπάρχει. Ο κόσμος, όσο κι αν προκαλεί το δέος μας, φαντάζει γυμνός από νόημα και σκοπό. Αυτό όμως δεν είναι λόγος απελπισίας και καταφυγής σήμερα πια στο μύθο και σε μυθικά νοήματα. Ο κόσμος μας είναι από μόνος του συναρπαστικός· κι ο φυσικός κι ο ανθρώπινος. Είμαστε εδώ· υπάρχουμε σ’ αυτή την όμορφη απειροελάχιστη κουκίδα του σύμπαντος. Ίσως μόνοι· και για όσο υπάρξουμε. Μπορούμε εμείς να θεσπίζουμε τα ατομικά μας νοήματα και σκοπούς (τι καλά!) και, συλλογικά, να θεσπίσουμε νόημα και σκοπό: Tην αναζήτηση, ως ερμηνευτές της φύσης, της έλλογης γνώσης του κόσμου μας. Κυρίως: τη γνωστική διευθέτηση της ύπαρξής μας. Την μη αυτοκατάργησή μας. Και την απόλαυση των επινοήσεων και των έργων της φαντασίας μας.

Τρίτη 18 Ιουλίου 2017

 Ο εμπρόθετος φορέας και η εμπρόθετη εξαπάτηση.

Η ανθρώπινη μεταφυσική πλάνη ξεκίνησε όταν ο πρωτόγονος πρόγονός μας, έχοντας μόλις κατασκευάσει το λίθινο όπλο του, έκανε τον - ασφαλώς ασυνείδητο και αδιατύπωτο – επαγωγικό συνειρμό της πρώιμης συνείδησής του: «αφού αυτό που κάνω εγώ είναι αποτέλεσμα της πρόθεσής μου, αυτά που παρατηρώ να γίνονται γύρω μου θα πρέπει να είναι αποτελέσματα της βούλησης κάποιων εμπρόθετων οντοτήτων σαν και μένα». Εκεί… "την πατήσαμε". Η αιτιότητα του φυσικού κόσμου εκλήφθηκε ως προθετικότητα! Και η μεν προθετικότητα του λύκου και του λιονταριού εκδηλωνόταν εμφανώς, ήτανε ζωντανά, όπως εκείνος, όμως η πρόθεση για τη ροή του ποταμού, του σύννεφου και της βροχής, του δέντρου που έδινε καρπούς, πού φώλιαζε; Δεν ήταν ορατή. Ήταν κάτι άπιαστο. Επινοήθηκαν λοιπόν η ψυχή (anima), τα πνεύματα, τα δαιμόνια και οι θεότητες, ανάλογα με την φαντασιακή ερμηνεία της κάθε περίπτωσης. Και όλα αυτά πιστεύονταν πως ήταν οι αιτίες των συμβάντων,  ότι η πρόθεση των επινοημένων άπιαστων οντοτήτων κινούσε τον κόσμο. Και έπρεπε να βρεθούν τρόποι εξευμενισμού της πρόθεσης. Και να σου η μαγεία! Και οι πρώτοι επαγγελματίες του παραμυθιάσματος. Και να οι πρωτόγονες θρησκείες, όπου  και η γέννηση της συμμαχίας αρχηγού και μάγου. Και να οι οργανωμένες κρατικές θρησκείες. Εδώ κοινοπραξίες μάγων (τα ιερατεία) εισήγαγαν καλοστημένες μυθολογίες κι επέβαλαν το δέος και τον σεβασμό στα πλήθη λανσάροντας την απυρόβλητη ιδέα της ιερότητας και του θείου. Την οποία βεβαίως οικειοποιήθηκαν επαγγελματικά, και από μάγοι έγιναν ιερείς. Μεσάζοντες μεταξύ των αναδομημένων από αυτούς εμπρόθετων φορέων-θεοτήτων και του κοσμάκη. Πουλώντας στον κοσμάκη την υπηρεσία του δήθεν εξευμενισμού των εμπρόθετων φορέων και γαλουχώντας τον κοσμάκη με τα επίσης δήθεν κελεύσματα των εμπρόθετων φορέων. Τονίζοντας ότι τα πάντα στη ζωή, αυτή και την άλλη, εξαρτώνται από την διάθεση των εμπρόθετων φορέων. Μαντρώνοντας έτσι τον κοσμάκη στο μαντρί της πίστης στο θεϊκομαγικό και παραδίδοντάς τον σαν άβουλο ποίμνιο στη σύμμαχο κρατική εξουσία.
Οι αιώνες των ανιμιστικών/πολυθεϊστικών θρησκειών πέρασαν σιγά – σιγά. Η τεχνολογίες και η κάποια επιστήμη που εντός τους αναπτύσσονταν έφερναν στους ανθρώπους μια ρεαλιστικότερη αντίληψη του φυσικού κόσμου, των τρόπων λειτουργίας του και των συσχετισμών μέσα σ’ αυτόν. Η υπερφυσική προθετικότητα και η επιβολή της στους ανθρώπους δεν μπορούσε να σταθεί πια σαν ικανότητα όλων αυτών των τοτεμικών κατασκευασμάτων του ιερατικού πανθέου. Αργά, μέσα από διαδικασίες αιώνων, τα ιερατεία έκαναν μια τεράστια υποχώρηση και αναπροσαρμογή του περιεχομένου της θρησκείας. Το διαχώρισαν από την χειροπιαστή ειδωλολατρία του πολυθεϊσμού για να το επανοχυρώσουν σε έναν απροσπέλαστο,  αφηρημένο Θεό, έξω από τον χώρο, το χρόνο, τον φυσικό κόσμο, ώστε ο ισχυρισμός για την ύπαρξή του να μην μπορεί να τεκμηριωθεί και αμφισβητηθεί με φυσικό τρόπο. Οι θεότητες φεύγουν από τα βουνά, τα ποτάμια, τις θάλασσες, από τα αγάλματα και τα ξόανα και απορροφιούνται, συμποσούνται στον Ένα θεό. Και μεταφέρει σε αυτόν η θρησκεία τις πιο επιτυχημένες, αποτελεσματικές ή επιθυμητές ιδιότητες του κλασσικού πανθέου (και για να μην χάνουμε τις πρακτικές μας,  αποκαθιστά και τους συμπαρομαρτούντες βοηθούς του θεούς με τα είδωλά τους στους άγιους με τις εικόνες τους). Ο (πολυθεϊστικός) μονοθεϊσμός είναι το επόμενο μεγάλο σύστημα της θρησκευτικότητας και της πίστης. Στηρίζεται στον αποκλεισμό της αποδειξιμότητας του ισχυρισμού του και επενδύει όπως και πριν στην άγνοια, την αφέλεια, τον φόβο και την μεταφυσική ροπή των ανθρώπων. Τα ιερατεία τα καταφέρνουν να αναπροσαρμόζουν τον εμπρόθετο φορέα σε μια ανθεκτική σύλληψη: υποχωρώντας τον όλο και πιο απόμακρα κι απόκοσμα όπου να μην τον ακουμπά η επιστημονική διερεύνηση, ούτε καν η λογική. Μια σύλληψη χωρίς φυσικά στοιχεία και εσωτερική συνέπεια. Κι όσο ακόμα η γνώση του φυσικού κόσμου δεν μπορεί να αποδείξει μιαν άλλη εκδοχή για το πώς και το γιατί της ύπαρξης του κόσμου ο επινοημένος και ξανα-επινοημένος Εμπρόθετος Φορέας προβάλλεται από τα ιερατεία ως η αλήθεια.

Κι εδώ έρχεται το μεγάλο εμπρόθετο φάουλ λογικής, αλλά και η εμπρόθετη εξαπάτηση. Λένε οι ιεράρχες και οι απολογητές της θρησκείας: Αφού δεν καταφέρνετε να αποδείξετε ότι ο Θεός, ο εκτός του φυσικού σύμπαντος εμπρόθετος φορέας, εκεί στην αρχική άκρη της ύπαρξης και ως αιτία της, δεν υπάρχει, τότε είναι επιτρεπτό να ισχυριζόμαστε ότι υπάρχει και να τον διακονούμε. Αλλά ποιον θεό διακονούνε, ακόμα και σήμερα; Όχι αυτόν στον οποίο ανάγουν την ενδεχόμενη απάντηση στα έσχατα ερωτήματα για την ύπαρξη. ‘Όχι, αυτός δεν είναι δικός τους, είναι μάλλον ο "θεός" της επιστήμης, του ανθρώπινου κυνηγητού της αλήθειας. Δεν τους κάνει, παρά μόνο για να ψεύδονται ότι ο θεός που διακονούν είναι εν τέλει εκείνος. Η έσχατή τους υποχώρηση, το τελευταίο τους οχυρό. Όμως ο θεός που διακονούν δεν έχει την παραμικρή απολύτως σχέση μ’ αυτό. Ο Θεός που διακονούν και εμπορεύονται είναι αρχέγονα και πάντοτε μυθικός, ένα σερνάμενο μέσα στους αιώνες σίριαλ, γραφόμενο σε συνέχειες και εκδοχές, από τον ψυχανώμαλο σαδομαζοχιστή Γιαχβέ και το συνονθύλευμα με τις εβραϊκές μυθολογίες ως τις πλαστογραφημένες χριστιανικές διηγήσεις και αναφορές που συναπαρτίζουν τα "ιερά" βιβλία. Όλο αυτό το μακάβριο μύθευμα που επιβάλει κι εμπορεύεται ανά τους αιώνες η Εκκλησία, για να φοβίζει, υποτάσσει, εκβιάζει και ποδηγετεί τους λαούς, με κόλαση και με παράδεισο, με αγγέλους και δαίμονες, με θαύματα κι αναστάσεις, με παγανιστικές λατρείες λειψάνων και με τις σαρδανάπαλες αμφιέσεις των προεστών της, και χίλια μύρια ψέματα, αλλά συχνά κι επανειλημμένα και με βία και αίμα. Για να δέσει την πίστη των πιστών στο απαραίτητο για τη θρησκεία χαρακτηριστικό του Θεού, την παρεμβατικότητά του. Ο θεός να ανακατεύεται στη ζωή - την τωρινή και τη "μέλλουσα" - των ανθρώπων και στα συναφή με αυτήν. Ο πιστός να βρίσκεται σε σχέση απόλυτης εξάρτησης από αυτόν. Έτσι μόνον της είναι χρήσιμος ο θεός. Αλλιώς τι να τον κάνει; Σε τι χρησιμεύει ένας θεός που δεν θα απαντά σε προσευχές και δεν θα επεμβαίνει με θαύματα; Ένας θεός που δεν ανακατεύεται είναι μια έννοια άχρηστη κι εχθρική για την Εκκλησία. Πάει η πελατεία, έφυγε. Έτσι, την Εκκλησία δεν την ενδιαφέρει αληθινά η επιστημονική αναζήτηση του "θεού" των μορφωμένων, του απώτατου "πρώτου αιτίου". Ο καυγάς γι αυτόν διεξάγεται κάπου ψηλότερα και απόμακρα από τις μεγάλες μάζες των πιστών της. Αυτές την ενδιαφέρουν. Αυτές χρειάζεται να κρατά μαντρωμένες στην αμάθεια και στον φόβο. Και κάνει ότι μπορεί γι αυτό. Μ’ ένα τεράστιο θέατρο ψέματος, που παίζεται ακατάπαυστα και παντού, με αδίσταχτη κι αναίσχυντη παραπλάνηση, με κατήχηση στο ανύπαρκτο, με παρεμβάσεις κι εκβιασμούς στην πολιτεία. Και βέβαια χωρίς καμιά απάντηση λογικής στην κριτική που ακούει για την ιδέα της και το ποιόν της. Αντί γι αυτό κοκαλάκια και λείψανα και φανφάρες.

Δευτέρα 12 Ιουνίου 2017

Κατά του μαθήματος των θρησκευτικών κατηγορητήριο

Οι Εκκλησίες, τα ιερατεία, καθ’ όλη τη διάρκεια της ανθρώπινης ιστορίας, ΠΑΡΉΓΑΓΑΝ τη θεωρία της θρησκείας που το καθένα τους έστηνε και με αυτήν ΧΕΙΡΊΖΟΝΤΑΝ τους λαούς. Η κάθε θρησκεία λοιπόν αποτελείται από δύο μέρη: από τη ΘΕΩΡΙΑ της και από την πράξη της, το ΠΟΙÒΝ της, μέσω της Εκκλησίας της.

Εμείς που θεωρούμε ότι η ανθρωπότητα πρέπει πια να απαλλαγεί από τις θρησκείες για ν’ αντικρύσει κατάματα και χωρίς υπεκφυγές την πραγματικότητά της, και να αυτοδιευθετηθεί γνωστικά και υπεύθυνα, εμείς οι φυσιοκράτες ανθρωπιστές ασκούμε συνήθως την κριτική μας στο δεύτερο μέρος των θρησκειών, στο ΠΟΙÒΝ τους, τα πεπραγμένα, κυρίως των μονοθεϊστικών θρησκειών. Ένα ΠΟΙÒΝ γεμάτο φανατισμό, μίσος και μισαλλοδοξία, διαστροφή, φόβο και σκοταδισμό, με καταστροφές πολιτισμών, με πασίγνωστα εγκλήματα πάνω σε άτομα και λαούς, με πολέμους, γενοκτονίες, ένα  ΠΟΙÒΝ που είναι γενικά γεμάτο ενοχή ή συνενοχή στήριξης στην καταπίεση κι εκμετάλλευση των ανθρώπων από εξουσίες. Πρόκειται για μια πολεμική με αναρίθμητους εύκολους στόχους. Δεν είναι άχρηστη, δεν είναι χωρίς αποτέλεσμα. Σιγά-σιγά κάνει τη δουλειά της. Προβληματίζει και κάποτε αφυπνίζει. Όμως η Εκκλησία είναι συνηθισμένη σε αυτήν. Την αντιμετωπίζει με τον λαϊκίστικο τρόπο της. Και οι δέσμιοι πιστοί αλλά και οι πιο πολλοί αδιάφορα ακολουθούντες αντιπαρέρχονται τις καταγγελίες ως ατυχή συμβάντα, σαν πταίσματα, σαν ατομικές εξαιρέσεις μέσα σε μια υπερκείμενη απρόσβλητη αγιοσύνη.

Γι αυτό θεωρώ ότι πολύ λιγότερες άμυνες θα έχει η Εκκλησία αν προσβάλουμε τη ρίζα, τη ΘΕΩΡΙΑ της. Το ότι προβάλει ΩΣ ΑΛΗΘΕΙΑ το ψεύδος της, το σύνολο του τεράστιου μυθεύματός της που συνίσταται και αποτελείται από υπερφυσικότητες. Από τεκμηριωμένα αδύνατες, ανυπόστατες οντότητες κι επιρροές. Και επιδιώκει ΝΑ ΠΙΣΤΕΥΣΟΥΝ ανήλικοι και ενήλικες σε αυτές τις υπερφυσικότητες, αυτά τα ψεύδη, ως αληθινά υφιστάμενα στον κόσμο μας. Και να πιστεύσουν επιπλέον ότι αυτές οι υπερφυσικές οντότητες και επιρροές ΕΛΕΓΧΟΥΝ ΚΑΙ ΚΑΝΟΝΙΖΟΥΝ ΤΗ ΖΩΗ ΤΟΥΣ. Επιδιώκει την ΕΞΆΡΤΗΣΉ τους από αυτή την δοξασία, ώστε η πίστη σε αυτήν να χρησιμοποιείται για τον έλεγχό τους.
Καταστρεπτική συνέπεια της επιδίωξης της πίστης στη θρησκεία είναι ότι εξιλεώνει και νομιμοποιεί την πίστη γενικώς, την πίστη σε αναπόδεικτα πράγματα, χωρίς κριτική, έλεγχο, τεκμηρίωση. Καθιστά την πίστη τρόπο σκέψης και αντίληψης του παιδιού και αργότερα του ενήλικα. Αφού η πίστη στο "θείο" συνιστάται ως κάτι καλό και σεβαστό, αφού επικροτείται η πίστη σε αγγέλους και θαύματα, γιατί να μην πιστεύουν οι άνθρωποι και την οποιαδήποτε άλλη απιθανότητα ή δεισιδαιμονία που εντέχνως θα τους παρουσιαστεί;
Επίσης, καταστρεπτική συνέπεια της αντιφατικής διδασκαλίας στο σχολείο από τη μια επιστημονικών γνώσεων και από την άλλη θρησκευτικών δοξασιών, για τον ψυχισμό των μαθητών και αργότερα ενηλίκων, είναι η σύγχυση που επιφέρει στη συνείδησή τους η συνύπαρξη του πραγματιστικού και του ανυπόστατου, που τους ακολουθεί στη ζωή τους και τους κάνει ευκολόπιστους ασταθείς σε σύγχυση κι επιρρεπείς σε κάθε είδους προπαγάνδες.


Όλα αυτά συνιστούν ΑΠΟΠΛΑΝΗΣΗ, ΠΑΡΑΠΛΑΝΗΣΗ, ΠΡΟΣΗΛΥΤΙΣΜΟ ΣΕ ΨΕΎΔΗ, ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΙΧΜΑΛΩΣΙΑ, ΣΤΕΡΗΣΗ ΑΤΟΜΙΚΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ κλπ. Ήτοι εγκλήματα που πρέπει και μπορεί να διωχθούν. Οι αναφορές και τα παραδείγματα που μπορούν να στηρίξουν το παραπάνω κατηγορητήριο προφανώς αφθονούν. Είναι προφανή φυσικά και αναμφισβήτητα λογικά επιχειρήματα που θα πρέπει να αποκτήσουν και ΝΟΜΙΚΗ ΥΠΟΣΤΑΣΗ.