Δευτέρα 26 Φεβρουαρίου 2018



Η θρησκεία είναι ψέμα· υπήρξε άχρηστο ψέμα· είναι βλαβερό ψέμα.

2    2. Υπήρξε άχρηστο ψέμα.

«Η μεγαλύτερη τραγωδία στην ιστορία του ανθρώπινου γένους
ίσως είναι η αρπαγή της ηθικότητας από τη θρησκεία».
Άρθουρ Κλαρκ

Α.          Το συνηθέστερο επιχείρημα των υπερασπιστών της θρησκείας είναι ότι μέσω αυτής έγινε δυνατός ο έλεγχος από τα ιερατεία τής ηθικής συμπεριφοράς των ανθρώπων, ότι η θρησκεία γέννησε και προέβαλε την ηθική, και χωρίς αυτήν οι κοινωνίες δεν θα ήταν δυνατόν να λειτουργήσουν· θα είχαμε ένα ανεξέλεγκτο χάος αταξίας. Όμως ο ισχυρισμός αυτός δεν είναι παρά μια δόλια απόπειρα αντιστροφής της πραγματικής σειράς των πραγμάτων. Οι Εκκλησίες ήλθαν μετά. Ήλθαν να αναλάβουν – παρασιτικά και επαγγελματικά – την διαχείριση των ηθικών βάσεων στις οποίες είχαν ΉΔΗ στηθεί οι αρχέγονες κοινωνίες. Δηλαδή ΠΑΡΑΣΊΤΗΣΑΝ σε κάτι που προϋπήρχε και που όντως αποτελούσε εξελικτικό πλεονέκτημα στη διανοητική εξέλιξη του ανθρώπου. Τονίζοντας αυτές τις ηθικές βάσεις με την δήθεν εκφορά τους από θεϊκούς φορείς. Τις έκλεψαν από την κοινωνία και τις απόδωσαν στη βούληση του Θεού. Ενός "μπαμπούλα" δηλαδή με ένα τσούρμο "χωροφύλακες", αυτούς της Εκκλησίας. Με πειθαναγκαστική επιτήρηση και τιμωρία. Ήτοι φόβο.

Η ηθική όμως δεν υπήρξε αποτέλεσμα εντολών ενός ή περισσοτέρων θεών, που στηρίζονται σε υπόσχεση ανταμοιβής ή σε απειλή τιμωρίας σε αυτή τη ζωή ή στην υποτιθέμενη άλλη. Δεν προέρχεται από "αποκάλυψη" αλλά από την εμπειρία της συμβίωσης. Είναι κοινωνική γνώση. Οι ηθικές αρχές εφευρέθηκαν και διαμορφώθηκαν από τον νου των ανθρώπων μέσα από τη  διαδικασία της βιολογικής και κυρίως της κοινωνικής μας εξέλιξης. Όταν οι άνθρωποι μάθαιναν ότι πρέπει να προσαρμόζουν τη συμπεριφορά τους και την ελευθερία τους σύμφωνα με τα δικαιώματα των άλλων. Είναι αρχές που βοηθούν τους ανθρώπους να προσαρμόζονται και να επιβιώνουν μέσα στην ΑΠΑΡΑΊΤΗΤΑ ομαδική ζωή, ελέγχοντας τον ανταγωνισμό και διευκολύνοντας τη συνεργασία. Είναι άρθρα ενός Συντάγματος Συμβίωσης το οποίο έστησαν σιγά-σιγά οι άνθρωποι, από τον καιρό των σπηλαίων και της φωτιάς, προσπαθώντας να εμπεδώσουν μια ωφέλιμη για όλους εμπιστοσύνη, συνεργασία, ασφάλεια, δικαιοσύνη, αμοιβαιότητα αλλά και φιλία και συμπάθεια και αλτρουισμό. Είναι η ηθική ένα συμπεριφορικό σύστημα που αναπτύχθηκε γιατί παρείχε εξελικτικό πλεονέκτημα στις ομάδες που την εφάρμοζαν. Ήταν συνθήκη συνεκτικότητας, για υπεροχή κι επιβίωση. Τότε δεν εκλαμβάνονταν ως "Ηθική ήταν συμπερασμοί της εμπειρίας σε κοινή ζωή. Πολύ αργότερα αυτές οι χρήσιμες επιλογές ονομάστηκαν Ηθική και Δίκαιο και Νόμοι. Οι ηθικές αρχές δεν είναι "θεόπεμπτες". Είναι απλές πρακτικές γεννημένες από την κοινωνική εμπειρία. Είναι μια καθαρά ανθρώπινη υπόθεση. Βγαίνουν μέσα από την ίδια τη ζωή και ρυθμίζονται από τις επικρατούσες κοινωνικές συνθήκες.  Έτσι είναι ανεξάρτητες από τη θρησκεία και είναι βέβαιο ότι θα επιβιώνουν όταν η θρησκεία θα έχει καταρρεύσει. Υπάρχουν σήμερα κοινωνίες άπιστες, χωρίς πατέρα Θεό, που είναι εξίσου αν όχι περισσότερο ηθικές από τις θρησκευόμενες.

Έτσι το καπέλωμα της ηθικής από τη θρησκεία αποτέλεσε τη διαστρέβλωσή της, το ψεύτισμά της. Είναι πλάνη να συνδέουν οι άνθρωποι την ηθική τους με τη θρησκευτική τους πίστη. Η ηθική δεν θα πρέπει να θεμελιώνεται στο μύθο ούτε να ορίζεται από μια αυθεντία, διότι η όποια αμφιβολία για αυτά μπορεί να την κλονίσει. Η ηθική συμπεριφορά ενός ατόμου θα πρέπει να βασίζεται στη συμπάθεια προς τους άλλους, στην παιδεία, στους κοινωνικούς δεσμούς και  ανάγκες. Στη θεμελιώδη παραδοχή ότι για να ζούμε "μαζί" και να επιβιώσουμε μαζί, πρέπει να τηρούμε κάποιους κανόνες, που μας διαμορφώνουν και μας κάνουν "καλούς". Η θρησκευτική βάση δεν είναι αναγκαία. Είναι αξιολύπητος ο άνθρωπος που πρέπει να τον συγκρατεί ο φόβος της θεϊκής τιμωρίας και η ελπίδα της ανταμοιβής μετά θάνατον. Αυτή η εξάρτηση ενέχει ΔΙΑΦΘΟΡΆ· είναι συναλλαγή  που πηγαίνει τον άνθρωπο πίσω ηθικά. Το ξεπέρασμα αυτής της εξάρτησης από τον θεό θα στρέψει τον άνθρωπο προς μια σωστότερη σχέση με τους συνανθρώπους του.

Άλλωστε καμία έρευνα ή στατιστική ανάλυση δεν έχει δείξει ότι η θρησκευτικότητα ενθαρρύνει ή η έλλειψή της αποθαρρύνει την ουσιαστική ηθική συμπεριφορά των ανθρώπων. Το ίδιο ισχύει και για την ευτυχία τους. Είναι άκρως αμφίβολο αν οι άνθρωποι στις εποχές της απεριόριστης κυριαρχίας των θρησκευτικών δογμάτων ήταν γενικά πιο ευτυχισμένοι από σήμερα. Ηθικότεροι πάντως σίγουρα δεν ήταν. Μάλλον η ανηθικότητα και η υποκρισία στηριζόταν περισσότερο στη θρησκεία από όσο η ηθικότητα.

Εκείνο που κάνει η θρησκευτικότητα είναι να υποθάλπει μια τυραννική και παράλογη ηθικοληπτική δέσμευση, εξαρτημένη από μια καθαρά εγωιστική φροντίδα για "άνωθεν" ατομική προστασία, για αποφυγή της τιμωρίας και για εξασφάλιση της εύνοιας του θεού σε αυτή ή στην άλλη ζωή. Ένα παρε-δώσε με τον υποτιθέμενο θεό για την εξυπηρέτηση των σκοπών του (που τους γνωρίζει η Εκκλησία) και του συμφέροντός μας. Οι θρησκευόμενοι άνθρωποι μπορούν να είναι περισσότερο πονηροί και ανέντιμοι από τους άθρησκους. Η διαφορά τους έγκειται στο ότι οι μεν θρησκευόμενοι έχουν στο κοσμοείδωλό τους έναν ανακουφιστικό παράγοντα, και μάλιστα σοβαρό: τον Θεό. Οι άθρησκοι δεν τον έχουν. Οι θρησκευόμενοι στη διάρκεια της ζωής τους διδάσκονται από τους επαγγελματίες της θρησκείας το "δούναι και λαβείν" τους με αυτόν τον σοβαρό παράγοντα, το πώς τα βρίσκουμε με το Θεό, (με προσευχές, μετάνοιες, ελεημοσύνες, δωρεές στην εκκλησία, συγχωρέσεις, κτλ), ΜΕΤΑΘΈΤΟΝΤΑΣ σ’ αυτόν την ευθύνη τους για τις όποιες ανομίες τους, και παραμένοντας έτσι ξαλαφρωμένοι και πονηροί κι ανέντιμοι σ’ όλη τους τη ζωή. Οι άθρησκοι δεν έχουν αυτή την πολυτέλεια. Η συνείδηση δεν έχει μεσάζοντες. Ένας έντιμος άπιστος δεν μπορεί να εξαπατήσει τον εαυτό του να πιστέψει ότι συγχωρείται μια ανέντιμη/ανήθικη πράξη του. Γιατί αυτός που θα τον συγχωρούσε με κάποιο καλόπιασμα απλούστατα δεν υπάρχει.

(Απόσπασμα από το βιβλίο "Φυσιοκράτης ή Δεισιδαίμων")

Τετάρτη 14 Φεβρουαρίου 2018


Η θρησκεία είναι ψέμα· υπήρξε άχρηστο ψέμα· είναι βλαβερό ψέμα.

Είναι ΨΈΜΑ. 
1.   
Ο "θεός" είναι μια ανθρωπογενής υποθετική έννοια, και μόνον αυτό. Είναι, και μόνον, ΕΠΙΝΟΗΣΗ, αρχέγονη επινόηση του ανθρώπινου νου. Δεν υποδεικνύεται από την πραγματικότητα, δεν είναι απόρροιά της αλλά εκφράζει μια αυθόρμητη και λαθεμένη ανθρώπινη αντίδραση στην άγνοια, στην απορία, στον φόβο. Μιαν αφελή προσωποποιημένη παραστατική αναγωγή τους. Γεννήθηκε μέσα από την ανάγκη και την παρόρμηση των μακρινών προγόνων μας να πιστεύουν σαν πραγματική την ύπαρξη κάποιων φανταστικών οντοτήτων, που οι ίδιοι επινοούσαν και τις εφοδίαζαν με ικανότητες που υπερέβαιναν κατά πολύ τις δικές τους, για να αιτιολογούν τα ανεξήγητα της λειτουργίας του φυσικού κόσμου γύρω τους, αλλά κυρίως για να ελπίζουν, μέσα από την καλλιέργεια μιας ΣΧΕΣΗΣ με τις οντότητες αυτές, σε παράκαμψη των απτών δεδομένων της πραγματικότητας για την επίτευξη επιθυμιών τους.

 Ήταν η εποχή όπου δεν είχε κατανοηθεί η διάκριση ανάμεσα στο φυσικά δυνατόν και το φυσικά αδύνατο. Όλα ήσαν δυνατά, ανάλογα με την ισχύ των επινοημένων οντοτήτων. Τα επινοήματα της αυταπάτης - της σπρωγμένης από την επιθυμία πλάνης - εκλαμβάνονταν ως εξίσου φυσικά με τα απτά πράγματα της ζωής. Πίστευαν ότι μπορούν να ασκούνται πραγματικές δράσεις κι επιρροές μεταξύ πραγμάτων, εμψύχων ή αψύχων, χωρίς νάναι απαραίτητη μια χειροπιαστή διαδικασία μετάδοσης· έτσι, μόνο με τη θέληση, και χάρη σε ειδική γι αυτό ικανότητα. Και να που αυτή η πλάνη αποτέλεσε αντικείμενο εκμετάλλευσης. Γέννησε τους μάγους. Που αιώνες αργότερα αυτοονομάστηκαν ιερείς. Έτσι δημιουργήθηκαν, μέσα από τη μαγεία και τα πνεύματα, οι θεότητες των πολυθεϊσμών, έτσι και ο Θεός των θρησκειών του μονοθεϊσμού. Θεοί/Θεός είναι η ΗΘΕΛΗΜΕΝΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΑΥΤΑΠΑΤΗ για την παράκαμψη της αδυσώπητης φυσικής συμπεριφοράς του κόσμου.

Από τότε πέρασαν πολλοί αιώνες. Όλη η ιστορία του ανθρώπινου πολιτισμού είναι συναρτημένη με την πίστη σε θεούς ή ένα Θεό που παρεμβαίνει και διαφεντεύει το παρόν και το μέλλον των ανθρώπων. Αυτή η εξάρτηση της ανθρώπινης μοίρας, άρα και της ανθρώπινης συμπεριφοράς και της κάθε δράσης από την βούληση αυτού του προσωποποιημένου αντικείμενου πίστης, όπως την διαμόρφωναν και εξέπεμπαν προς τους πιστούς τα κατά τόπους και εποχές ιερατεία, ανάλογα με τους σκοπούς τους, ΔΙΕΦΘΕΙΡΕ την ανθρώπινη ψυχολογία. Την κράτησε δεμένη για αιώνες στην πίστη ενός ΨΕΜΑΤΟΣ. Καίριου και εκτεταμένου, όχι σημειακού. Δεν υπάρχει, ούτε ποτέ υπήρξε, μέσα σε αιώνες απεγνωσμένης αναζήτησης από αυτούς που ήθελαν διακαώς να αποδείξουν την ύπαρξη του θεού τους, το παραμικρό ίχνος αποδεικτικού στοιχείου για να στηρίξει αυτή την υπόθεση. Η Αποκάλυψη δεν υπήρξε ποτέ.

 Μέσα στους αιώνες οι θρησκείες αποτέλεσαν συστήματα μυθευμάτων που απορροφούσαν και ψεύτιζαν όλη την υπαρξιακή ανησυχία του ανθρώπου και το ενδιαφέρον του για τη σχέση του με τους άλλους και το κόσμο. Εξέτρεπαν αντικειμενικές αγωνίες σε ασύστατες αναζητήσεις. Μετέτρεπαν τη λογική σε άλογη πίστη. Σε μια υποθετική ύπαρξη μιας υπερκόσμιας οντότητας, αλλοπρόσαλλα διατυπωμένη σε Γραφές και Κοράνι, αυτοαναιρούμενη από το πλήθος των αντιφάσεών της, που δεν αντέχει σε στοιχειώδη λογική ανάλυση και στην παραμικρή φυσιοκρατική προσέγγιση. Είναι τόσο προφανές αυτό που δεν αξίζει τον κόπο να παραθέτει κανείς τα άπειρα επιχειρήματα που το καταδείχνουν. Η θρησκευτική πίστη διακρίνεται τόσο για την απιθανότητα των ισχυρισμών της όσο και για την πλήρη ανυπαρξία αποδείξεων. Έτσι που το επίθετο "θρησκευτική" να καταντάει συνώνυμο με το ΑΝΑΞΙΟΠΙΣΤΗ.

Είναι φανερό ότι η όλη υπόθεση δεν είναι απλώς μια λογική εκτροπή, μια παραπλανητική επιμονή εκ μέρους των υπερασπιστών της θρησκείας. Είναι μια εγκληματική ΑΠΟΠΛΑΝΗΣΗ των ανθρώπων για να διατηρείται ένα έσχατο στοιχείο μεταφυσικής στις συνειδήσεις τους και έτσι η επιρρέπειά τους στη θρησκευτικότητα. Και βέβαια η παραμονή τους στο πελατολόγιο. Όλοι όσοι κερδίζουν τα προς το ζην διδάσκοντας, κηρύσσοντας ή συντηρώντας θρησκευτικά δόγματα επιμένουν. Γιατί ξέρουν ότι μια αδέσμευτη κριτική προσέγγιση της θρησκείας αποτελεί απειλή για τα συμφέροντά τους.

(Απόσπασμα από το βιβλίο "Φυσιοκράτης ή Δεισιδαίμων")

Τετάρτη 7 Φεβρουαρίου 2018

Η "ιστορικότητα" του Ιησού (Μέρος δεύτερο)
Η ελάχιστη πιθανή αλήθεια για τη ΦΥΣΙΚΗ ΥΠΑΡΞΗ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ, χωρίς τις υπερφυσικότητες, αλλά και χωρίς αμφισβήτηση από τα διαθέσιμα ιστορικά στοιχεία, που μπορεί να ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ως αφετηρία ανάπτυξης του ΜΥΘΙΚΟΥ αφηγήματος του χριστιανισμού είναι: Ένας υπαρκτός άνθρωπος με το όνομα Ιησούς κατά τη ζωή του απόκτησε οπαδούς της διδασκαλίας ή δράσης του, οι οποίοι συνέχισαν ως αναγνωρίσιμη κίνηση μετά το θάνατό του. Κάποιοι από αυτούς ισχυρίστηκαν ότι εκτελέστηκε από τις ιουδαϊκές και ρωμαϊκές αρχές και κάποιοι από αυτούς άρχισαν τη λατρεία του ως θεότητα. Μια τέτοια περιορισμένη αλήθεια δεν είναι μεν ευθέως διαψεύσιμη, όμως καθόλου δεν στηρίζει τη συγγραφή του εμφανώς προσηλυτιστικού μυθεύματος των ευαγγελίων. Η δημιουργία του μύθου των ευαγγελίων λοιπόν φανερώνει την προ-ύπαρξη μιας δυναμικής για το στήσιμό του. Κι αυτή η δυναμική οφείλεται σε προϋπάρχοντες μύθους και στη θρησκευτική πίστη που αυτοί είχαν σωρεύσει. Είναι η συνέχειά τους.
Το απλούστερο σενάριο για την ανάδυση του χριστιανισμού από προϋπάρχοντες θρησκευτικούς μύθους και πίστη, που δεν επικαλείται θεϊκές προς τούτο παρεμβάσεις αλλά και χωρίς ανθρώπινες "συνομωσίες" είναι το εξής:
Ο χριστιανισμός είναι το τελευταίο σύστημα μιας μακράς εξέλιξης διαδοχικών θρησκευτικών δοξασιών που ξεκίνησε με την πίστη στον ΉΛΙΟ. Οι πρωτόγονοι άνθρωποι τον κατάλαβαν, σωστά, ως πηγή και συντήρηση της ζωής, και τον τιμούσαν με τις θρησκευτικές τους εκδηλώσεις. Έτσι ο Ήλιος εμφανίζεται και σαν κύριος θεός στις αρχαιότερες πολυθεϊστικές θρησκείες. Όμως ο ήλιος έχει περιοδικότητες, φως και σκότος, μεσουρανήματα και αποσύρσεις. Που τις ακολουθεί όλη η φύση. Αφθονία και στέρηση. Ζωή και θάνατος. Κι αυτά μπήκαν τραγικά στη ζωή και στη συνείδηση των ανθρώπων.
Παράλληλα οι άνθρωποι προκειμένου να μπορέσουν να συμβιώσουν ομαδικά, και καθώς κοινωνικοποιούνται ορίζουν τι είναι το καλό και το κακό. Το σωστό και το άδικο. Γίνονται αυτά έγνοια τους.
Και σιγά κι ανεπαίσθητα με τους αιώνες οι πλευρές αυτών των βασικών αντιθέσεων συσπειρώνονται. Φως, αφθονία, ζωή, το καλό, το σωστό και δίκαιο. Σκοτάδι, ένδεια, θάνατος, το κακό και το άδικο.
Κι επειδή οι άνθρωποι συνειδητοποιούν ότι η κοινωνία τους δεν είναι αγγελικά πλασμένη, τοποθετούν σ’ αυτήν το κακό και το άδικο και κάπου "στους ουρανούς" το καλό και το δίκιο. Και σιγά σιγά η αντίθεση φως – σκοτάδι συνδέεται με την πάλη καλού – κακού. Που αποτελεί και την αγωνία του εκπολιτιζόμενου ανθρώπου και το κεντρικό αφήγημα και δίδαγμα των θρησκειών.
Μέσα από αυτή την εξέλιξη κοντινός πρόδρομος του χριστιανισμού ήταν οι συχνά απαντώμενες δοξασίες σε αρχαίες θρησκείες για κάποιες ουράνιες μυθολογικές θεότητες, για τις οποίες πιστεύονταν το ίδιο περίπου μοτίβο επαφής θείου - ανθρώπινου: ότι είχαν υποστεί την δοκιμασία της ενσάρκωσης για το καλό, του θανάτου τους από το κακό, της ταφής και τέλος της ανάστασης με τη νίκη του καλού σε ένα υπερφυσικό βασίλειο. Η πίστη αυτή περιλάμβανε "επικοινωνία" μέσα από όνειρα, οράματα, κυρίως προφητείες κτλ.
Κάποτε, μία τέτοια κοινότητα πιστών για να κάνει πιο "ρεαλιστικό" και συναρπαστικό το βασικό αφήγημα το επεξεργάστηκε και το εμπλούτισε με την "κάθοδο" του ουράνιου ήρωα στη γη τους, με ένα σύνηθες όνομα - Ιησούς - την ενανθρώπισή του, με οικογένεια, πιστούς φίλους αλλά και κακούς εχθρούς, με πράξεις και λόγια και με μια πρώτη απεικόνιση των δοκιμασιών του. Έτσι η ιστορικότητα του Ιησού φτιάχτηκε από τον μύθο. Μεταγενέστερες και ευρύτερες κοινότητες διδάχτηκαν και πίστεψαν ότι η επινοημένη αυτή λαϊκή αφήγηση – συνεχώς εμπλουτιζόμενη - ήταν αλήθεια. Η προβαλλόμενη αυτοθυσία σ’ αυτή τη ζωή κι η ανάσταση στη άλλη εξυπηρετούσε τη σκοπιμότητα για καλούς και υποταγμένους πολίτες με τη συνοχή της κοινής δοξασίας κι ελπίδας. Εξυπηρετούσε και την ρωμαϊκή άρχουσα τάξη, αφού έκανε το κοπάδι απορροφημένο στην ψύχωσή του κι ακίνδυνο. Που το κατάλαβε και το υπέθαλψε.
Ήταν και το ελληνικό πνεύμα κουρασμένο. Η ελληνιστική και ρωμαϊκή διανόηση είχαν παντού διασπείρει κι εκλεπτύνει την αρχαιοελληνική κουλτούρα, αλλά το σφρίγος της μάχιμης συμμετέχουσας διανόησης της πόλης-κράτους είχε σβήσει. Η "αυτοκρατορία" ισοπέδωνε το νόημα της ιδιαιτερότητας. Χάνονταν η πνευματική θέληση για κάτι. Μεταφυσικές, μυστηριακές δοξασίες/αναζητήσεις κυριαρχούσαν στα κέντρα ενός "βαριεστημένου" αστικού κόσμου. Ο χριστιανισμός, σαν ιδεολογία των σκλάβων, των φτωχών και προλετάριων, όχι σαν θρησκεία, έβρισκε ελεύθερο χώρο, χωρίς ψυχική αντίσταση, χωρίς ανθεκτικά πρότυπα. Τον σνομπάριζαν σαν ιδεοληψία, αλλά κι αφέθηκαν… Μέχρι που ήρθε ο Κωνσταντίνος κι οι κατοπινοί του, ο αρμαγεδδών του ελεύθερου πνεύματος, και ήταν αργά πια…