Τετάρτη 7 Φεβρουαρίου 2018

Η "ιστορικότητα" του Ιησού (Μέρος δεύτερο)
Η ελάχιστη πιθανή αλήθεια για τη ΦΥΣΙΚΗ ΥΠΑΡΞΗ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ, χωρίς τις υπερφυσικότητες, αλλά και χωρίς αμφισβήτηση από τα διαθέσιμα ιστορικά στοιχεία, που μπορεί να ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ως αφετηρία ανάπτυξης του ΜΥΘΙΚΟΥ αφηγήματος του χριστιανισμού είναι: Ένας υπαρκτός άνθρωπος με το όνομα Ιησούς κατά τη ζωή του απόκτησε οπαδούς της διδασκαλίας ή δράσης του, οι οποίοι συνέχισαν ως αναγνωρίσιμη κίνηση μετά το θάνατό του. Κάποιοι από αυτούς ισχυρίστηκαν ότι εκτελέστηκε από τις ιουδαϊκές και ρωμαϊκές αρχές και κάποιοι από αυτούς άρχισαν τη λατρεία του ως θεότητα. Μια τέτοια περιορισμένη αλήθεια δεν είναι μεν ευθέως διαψεύσιμη, όμως καθόλου δεν στηρίζει τη συγγραφή του εμφανώς προσηλυτιστικού μυθεύματος των ευαγγελίων. Η δημιουργία του μύθου των ευαγγελίων λοιπόν φανερώνει την προ-ύπαρξη μιας δυναμικής για το στήσιμό του. Κι αυτή η δυναμική οφείλεται σε προϋπάρχοντες μύθους και στη θρησκευτική πίστη που αυτοί είχαν σωρεύσει. Είναι η συνέχειά τους.
Το απλούστερο σενάριο για την ανάδυση του χριστιανισμού από προϋπάρχοντες θρησκευτικούς μύθους και πίστη, που δεν επικαλείται θεϊκές προς τούτο παρεμβάσεις αλλά και χωρίς ανθρώπινες "συνομωσίες" είναι το εξής:
Ο χριστιανισμός είναι το τελευταίο σύστημα μιας μακράς εξέλιξης διαδοχικών θρησκευτικών δοξασιών που ξεκίνησε με την πίστη στον ΉΛΙΟ. Οι πρωτόγονοι άνθρωποι τον κατάλαβαν, σωστά, ως πηγή και συντήρηση της ζωής, και τον τιμούσαν με τις θρησκευτικές τους εκδηλώσεις. Έτσι ο Ήλιος εμφανίζεται και σαν κύριος θεός στις αρχαιότερες πολυθεϊστικές θρησκείες. Όμως ο ήλιος έχει περιοδικότητες, φως και σκότος, μεσουρανήματα και αποσύρσεις. Που τις ακολουθεί όλη η φύση. Αφθονία και στέρηση. Ζωή και θάνατος. Κι αυτά μπήκαν τραγικά στη ζωή και στη συνείδηση των ανθρώπων.
Παράλληλα οι άνθρωποι προκειμένου να μπορέσουν να συμβιώσουν ομαδικά, και καθώς κοινωνικοποιούνται ορίζουν τι είναι το καλό και το κακό. Το σωστό και το άδικο. Γίνονται αυτά έγνοια τους.
Και σιγά κι ανεπαίσθητα με τους αιώνες οι πλευρές αυτών των βασικών αντιθέσεων συσπειρώνονται. Φως, αφθονία, ζωή, το καλό, το σωστό και δίκαιο. Σκοτάδι, ένδεια, θάνατος, το κακό και το άδικο.
Κι επειδή οι άνθρωποι συνειδητοποιούν ότι η κοινωνία τους δεν είναι αγγελικά πλασμένη, τοποθετούν σ’ αυτήν το κακό και το άδικο και κάπου "στους ουρανούς" το καλό και το δίκιο. Και σιγά σιγά η αντίθεση φως – σκοτάδι συνδέεται με την πάλη καλού – κακού. Που αποτελεί και την αγωνία του εκπολιτιζόμενου ανθρώπου και το κεντρικό αφήγημα και δίδαγμα των θρησκειών.
Μέσα από αυτή την εξέλιξη κοντινός πρόδρομος του χριστιανισμού ήταν οι συχνά απαντώμενες δοξασίες σε αρχαίες θρησκείες για κάποιες ουράνιες μυθολογικές θεότητες, για τις οποίες πιστεύονταν το ίδιο περίπου μοτίβο επαφής θείου - ανθρώπινου: ότι είχαν υποστεί την δοκιμασία της ενσάρκωσης για το καλό, του θανάτου τους από το κακό, της ταφής και τέλος της ανάστασης με τη νίκη του καλού σε ένα υπερφυσικό βασίλειο. Η πίστη αυτή περιλάμβανε "επικοινωνία" μέσα από όνειρα, οράματα, κυρίως προφητείες κτλ.
Κάποτε, μία τέτοια κοινότητα πιστών για να κάνει πιο "ρεαλιστικό" και συναρπαστικό το βασικό αφήγημα το επεξεργάστηκε και το εμπλούτισε με την "κάθοδο" του ουράνιου ήρωα στη γη τους, με ένα σύνηθες όνομα - Ιησούς - την ενανθρώπισή του, με οικογένεια, πιστούς φίλους αλλά και κακούς εχθρούς, με πράξεις και λόγια και με μια πρώτη απεικόνιση των δοκιμασιών του. Έτσι η ιστορικότητα του Ιησού φτιάχτηκε από τον μύθο. Μεταγενέστερες και ευρύτερες κοινότητες διδάχτηκαν και πίστεψαν ότι η επινοημένη αυτή λαϊκή αφήγηση – συνεχώς εμπλουτιζόμενη - ήταν αλήθεια. Η προβαλλόμενη αυτοθυσία σ’ αυτή τη ζωή κι η ανάσταση στη άλλη εξυπηρετούσε τη σκοπιμότητα για καλούς και υποταγμένους πολίτες με τη συνοχή της κοινής δοξασίας κι ελπίδας. Εξυπηρετούσε και την ρωμαϊκή άρχουσα τάξη, αφού έκανε το κοπάδι απορροφημένο στην ψύχωσή του κι ακίνδυνο. Που το κατάλαβε και το υπέθαλψε.
Ήταν και το ελληνικό πνεύμα κουρασμένο. Η ελληνιστική και ρωμαϊκή διανόηση είχαν παντού διασπείρει κι εκλεπτύνει την αρχαιοελληνική κουλτούρα, αλλά το σφρίγος της μάχιμης συμμετέχουσας διανόησης της πόλης-κράτους είχε σβήσει. Η "αυτοκρατορία" ισοπέδωνε το νόημα της ιδιαιτερότητας. Χάνονταν η πνευματική θέληση για κάτι. Μεταφυσικές, μυστηριακές δοξασίες/αναζητήσεις κυριαρχούσαν στα κέντρα ενός "βαριεστημένου" αστικού κόσμου. Ο χριστιανισμός, σαν ιδεολογία των σκλάβων, των φτωχών και προλετάριων, όχι σαν θρησκεία, έβρισκε ελεύθερο χώρο, χωρίς ψυχική αντίσταση, χωρίς ανθεκτικά πρότυπα. Τον σνομπάριζαν σαν ιδεοληψία, αλλά κι αφέθηκαν… Μέχρι που ήρθε ο Κωνσταντίνος κι οι κατοπινοί του, ο αρμαγεδδών του ελεύθερου πνεύματος, και ήταν αργά πια…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου